헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νῆμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νῆμα νήματος

형태분석: νηματ (어간)

어원: ne/w3 to spin

  1. 실, 갈래, 굵은 실, 끈
  2. 견, 비단
  3. 거미줄, 거미집
  1. That which is spun: thread, yarn
  2. silk
  3. a spider's web

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 νῆμα

실이

νήματε

실들이

νήματα

실들이

속격 νήματος

실의

νημάτοιν

실들의

νημάτων

실들의

여격 νήματι

실에게

νημάτοιν

실들에게

νήμασιν*

실들에게

대격 νῆμα

실을

νήματε

실들을

νήματα

실들을

호격 νῆμα

실아

νήματε

실들아

νήματα

실들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶθ’ ὁ μάταιοσ ἀπεδίδρασκεν, ὡσ ἐπιβιῶναι δυνάμενοσ, ἐπιλελοιπότοσ ἤδη τοῦ ἐπικεκλωσμένου αὐτῷ νήματοσ; (Lucian, Cataplus, (no name) 3:14)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 3:14)

  • τότε μὲν οὖν θαυμάσιοσ ἐδόκεισ μοι τὴν βίαν καὶ ὑπέφριττον μεταξὺ ἀκούων τῶν ἐπῶν νῦν δὲ αὐτόν σε ἤδη ὁρῶ μετὰ τῆσ σειρᾶσ καὶ τῶν ἀπειλῶν ἀπὸ λεπτοῦ νήματοσ, ὡσ φήσ, κρεμάμενον. (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 4:6)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 4:6)

  • τόν ῥὰ οἱ ἀμφίπολοσ Φυλὼ παρέθηκε φέρουσα νήματοσ ἀσκητοῖο βεβυσμένον αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲσ εἶροσ ἔχουσα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 17 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 17 2:1)

  • Παλλάδι ταὶ τρισσαὶ θέσαν ἅλικεσ, ἶσον ἀράχνᾳ τεῦξαι λεπταλέον στάμον’ ἐπιστάμεναι, Δημὼ μὲν ταλαρίσκον ἐύπλοκον, Ἀρσινόα δὲ ἐργάτιν εὐκλώστου νήματοσ ἠλακάταν κερκίδα δ’ εὐποίητον, ἀηδόνα τὰν ἐν ἐρίθοισ, Βακχυλίσ, εὐκρέκτουσ ᾇ διέκρινε μίτουσ· (Unknown, Greek Anthology, book 6, chapter 1741)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 6, chapter 1741)

  • ὦνερ, ἴδ’ ὡσ ἀχρεῖον, ἐπεὶ περὶ νήματοσ ἄκρον εὐλὴ ἀκέρκιστον λῶποσ ἐφεζομένη· (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 472 1:4)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 472 1:4)

유의어

  1. 거미줄

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION