μόλις?
부사;
로마알파벳 전사: molis
고전 발음: [몰리스]
신약 발음: [몰리스]
기본형:
μόλις
어원: later form for μόγις, Trag., Thuc., etc.
뜻
- 어렵게, 가까스로
- (부정문에서) 완전히, 도저히, 철저히
- with difficulty
- (with negative) not scarcely, quite, utterly
- φωνήσαντες δὲ τὴν ὁρμὴν ἐπὶ τὰ ὅπλα ποιήσασθαι καὶ θαρραλέως ὑπὲρ τοῦ πατρῴου νόμου τελευτᾶν, ἱκανὴν ἐποίησαν ἐν τῷ τόπῳ τραχύτητα, μόλις δὲ ὑπό τε τῶν γεραιῶν καὶ τῶν πρεσβυτέρων ἀποτραπέντες ἐπὶ τὴν αὐτὴν τῆς δεήσεως ἔστησαν στάσιν. (Septuagint, Liber Maccabees III 1:23)
(70인역 성경, Liber Maccabees III 1:23)
- καὶ μόλις διεγείρας ὑπέδειξε τὸν τῆς συμποσίας καιρὸν ἤδη παρατρέχοντα, τὸν περὶ τούτων λόγον ποιούμενος. (Septuagint, Liber Maccabees III 5:15)
(70인역 성경, Liber Maccabees III 5:15)
- εἰ ὁ μὲν δίκαιος μόλις σώζεται, ὁ ἀσεβὴς καὶ ἁμαρτωλὸς ποὺ φανεῖται; (Septuagint, Liber Proverbiorum 11:30)
(70인역 성경, 잠언 11:30)
- καὶ μόλις εἰκάζομεν τὰ ἐπὶ γῆς καί τὰ ἐν χερσὶν εὑρίσκομεν μετὰ πόνου. τὰ δὲ ἐν οὐρανοῖς τίς ἐξιχνίασε; (Septuagint, Liber Sapientiae 9:16)
(70인역 성경, 지혜서 9:16)
- μωρὸς ἐν γέλωτι ἀνυψοῖ φωνὴν αὐτοῦ, ἀνὴρ δὲ πανοῦργος μόλις ἡσυχῇ μειδιάσει. (Septuagint, Liber Sirach 21:20)
(70인역 성경, Liber Sirach 21:20)