- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μογοστόκος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: mogostokos 고전 발음: [모고또꼬] 신약 발음: [모고또꼬]

기본형: μογοστόκος μογοστόκον

형태분석: μογοστοκ (어간) + ος (어미)

어원: τίκτω

  1. helping women in hard childbirth

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 μογοστόκος

(이)가

μογόστοκον

(것)가

속격 μογοστόκου

(이)의

μογοστόκου

(것)의

여격 μογοστόκῳ

(이)에게

μογοστόκῳ

(것)에게

대격 μογοστόκον

(이)를

μογόστοκον

(것)를

호격 μογοστόκε

(이)야

μογόστοκον

(것)야

쌍수주/대/호 μογοστόκω

(이)들이

μογοστόκω

(것)들이

속/여 μογοστόκοιν

(이)들의

μογοστόκοιν

(것)들의

복수주격 μογοστόκοι

(이)들이

μογόστοκα

(것)들이

속격 μογοστόκων

(이)들의

μογοστόκων

(것)들의

여격 μογοστόκοις

(이)들에게

μογοστόκοις

(것)들에게

대격 μογοστόκους

(이)들을

μογόστοκα

(것)들을

호격 μογοστόκοι

(이)들아

μογόστοκα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὡς δ ὅταν ὠδίνουσαν ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα δριμύ, τό τε προϊεῖσι μογοστόκοι Εἰλείθυιαι, Ἥρης θυγατέρες, πικρὰς ὠδῖνας ἔχουσαι. (Plutarch, De amore prolis, section 4 1:1)

    (플루타르코스, De amore prolis, section 4 1:1)

  • χαλεπὰς δὲ μᾶλλον εἴποιμ ἂν εἶναι καὶ μνησικάκους τὰς τεκούσας τοῖς βρέφεσι, κινδύνων τε μεγάλων καὶ πόνων αὐταῖς γινομένων ὡς δ ὅταν ὠδίνουσαν ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα, δριμύ, τό τε προϊᾶσι μογοστόκοι Εἰλείθυιαι, Ἥρης θυγατέρες, πικρὰς ὠδῖνας ἔχουσαι: (Plutarch, De amore prolis, section 42)

    (플루타르코스, De amore prolis, section 42)

  • σήμερον ἄνδρα φάοσδε μογοστόκος Εἰλείθυια ἐκφανεῖ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 528)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 528)

  • μούνη δ οὐκ ἐπέπυστο μογοστόκος Εἰλείθυια: (Anonymous, Homeric Hymns, , part 8:5)

    (익명 저작, Homeric Hymns, , part 8:5)

  • εὖτ ἐπὶ Δήλου ἔβαινε μογοστόκος Εἰλείθυια, δὴ τότε τὴν τόκος εἷλε, μενοίνησεν δὲ τεκέσθαι. (Anonymous, Homeric Hymns, , part 9:7)

    (익명 저작, Homeric Hymns, , part 9:7)

  • ἀλλὰ τεὴ βασίλεια μογοστόκος Ἄρτεμίς ἐστιν. (Theocritus, Idylls, 41)

    (테오크리토스, Idylls, 41)

  • αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ τόν γε μογοστόκος Εἰλείθυια ἐξάγαγε πρὸ φόως δὲ καὶ ἠελίου ἴδεν αὐγάς, τὴν μὲν Ἐχεκλῆος κρατερὸν μένος Ἀκτορίδαο ἠγάγετο πρὸς δώματ, ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα, τὸν δ ὃ γέρων Φύλας εὖ ἔτρεφεν ἠδ ἀτίταλλεν ἀμφαγαπαζόμενος ὡς εἴ θ ἑὸν υἱὸν ἐόντα. (Homer, Iliad, Book 16 14:10)

    (호메로스, 일리아스, Book 16 14:10)

유의어

  1. helping women in hard childbirth

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION