헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μισθόω

ο 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μισθόω

형태분석: μισθό (어간) + ω (인칭어미)

어원: misqo/s

  1. 허락하다, 수여하다, 해산시키다, 내보내다, 보내다, 용인하다, 비우다, 지치게 하다
  2. 고용하다, 계약하다, 옮다, 약혼하다, 싸우다
  3. 고용하다, 계약하다, 대여하다, 빌려주다
  1. to let out for hire, farm out, let, to offer to let, offers, for pay, to let out
  2. to have let to one, to hire, to engage, to contract
  3. to be hired for pay, hire, to be let on contract

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μίσθω

(나는) 허락한다

μίσθοις

(너는) 허락한다

μίσθοι

(그는) 허락한다

쌍수 μίσθουτον

(너희 둘은) 허락한다

μίσθουτον

(그 둘은) 허락한다

복수 μίσθουμεν

(우리는) 허락한다

μίσθουτε

(너희는) 허락한다

μίσθουσιν*

(그들은) 허락한다

접속법단수 μίσθω

(나는) 허락하자

μίσθοις

(너는) 허락하자

μίσθοι

(그는) 허락하자

쌍수 μίσθωτον

(너희 둘은) 허락하자

μίσθωτον

(그 둘은) 허락하자

복수 μίσθωμεν

(우리는) 허락하자

μίσθωτε

(너희는) 허락하자

μίσθωσιν*

(그들은) 허락하자

기원법단수 μίσθοιμι

(나는) 허락하기를 (바라다)

μίσθοις

(너는) 허락하기를 (바라다)

μίσθοι

(그는) 허락하기를 (바라다)

쌍수 μίσθοιτον

(너희 둘은) 허락하기를 (바라다)

μισθοίτην

(그 둘은) 허락하기를 (바라다)

복수 μίσθοιμεν

(우리는) 허락하기를 (바라다)

μίσθοιτε

(너희는) 허락하기를 (바라다)

μίσθοιεν

(그들은) 허락하기를 (바라다)

명령법단수 μῖσθου

(너는) 허락해라

μισθοῦτω

(그는) 허락해라

쌍수 μίσθουτον

(너희 둘은) 허락해라

μισθοῦτων

(그 둘은) 허락해라

복수 μίσθουτε

(너희는) 허락해라

μισθοῦντων, μισθοῦτωσαν

(그들은) 허락해라

부정사 μίσθουν

허락하는 것

분사 남성여성중성
μισθων

μισθουντος

μισθουσα

μισθουσης

μισθουν

μισθουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μίσθουμαι

(나는) 허락된다

μίσθοι

(너는) 허락된다

μίσθουται

(그는) 허락된다

쌍수 μίσθουσθον

(너희 둘은) 허락된다

μίσθουσθον

(그 둘은) 허락된다

복수 μισθοῦμεθα

(우리는) 허락된다

μίσθουσθε

(너희는) 허락된다

μίσθουνται

(그들은) 허락된다

접속법단수 μίσθωμαι

(나는) 허락되자

μίσθοι

(너는) 허락되자

μίσθωται

(그는) 허락되자

쌍수 μίσθωσθον

(너희 둘은) 허락되자

μίσθωσθον

(그 둘은) 허락되자

복수 μισθώμεθα

(우리는) 허락되자

μίσθωσθε

(너희는) 허락되자

μίσθωνται

(그들은) 허락되자

기원법단수 μισθοίμην

(나는) 허락되기를 (바라다)

μίσθοιο

(너는) 허락되기를 (바라다)

μίσθοιτο

(그는) 허락되기를 (바라다)

쌍수 μίσθοισθον

(너희 둘은) 허락되기를 (바라다)

μισθοίσθην

(그 둘은) 허락되기를 (바라다)

복수 μισθοίμεθα

(우리는) 허락되기를 (바라다)

μίσθοισθε

(너희는) 허락되기를 (바라다)

μίσθοιντο

(그들은) 허락되기를 (바라다)

명령법단수 μίσθου

(너는) 허락되어라

μισθοῦσθω

(그는) 허락되어라

쌍수 μίσθουσθον

(너희 둘은) 허락되어라

μισθοῦσθων

(그 둘은) 허락되어라

복수 μίσθουσθε

(너희는) 허락되어라

μισθοῦσθων, μισθοῦσθωσαν

(그들은) 허락되어라

부정사 μίσθουσθαι

허락되는 것

분사 남성여성중성
μισθουμενος

μισθουμενου

μισθουμενη

μισθουμενης

μισθουμενον

μισθουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμῖσθουν

(나는) 허락하고 있었다

ἐμῖσθους

(너는) 허락하고 있었다

ἐμῖσθουν*

(그는) 허락하고 있었다

쌍수 ἐμίσθουτον

(너희 둘은) 허락하고 있었다

ἐμισθοῦτην

(그 둘은) 허락하고 있었다

복수 ἐμίσθουμεν

(우리는) 허락하고 있었다

ἐμίσθουτε

(너희는) 허락하고 있었다

ἐμῖσθουν

(그들은) 허락하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμισθοῦμην

(나는) 허락되고 있었다

ἐμίσθου

(너는) 허락되고 있었다

ἐμίσθουτο

(그는) 허락되고 있었다

쌍수 ἐμίσθουσθον

(너희 둘은) 허락되고 있었다

ἐμισθοῦσθην

(그 둘은) 허락되고 있었다

복수 ἐμισθοῦμεθα

(우리는) 허락되고 있었다

ἐμίσθουσθε

(너희는) 허락되고 있었다

ἐμίσθουντο

(그들은) 허락되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τούτων δὲ ε μὲν ἄρχουσιν ἐν Πειραιεῖ, πέντε δ’ ἐν ἄστει, καὶ τάσ τε αὐλητρίδασ καὶ τὰσ ψαλτρίασ καὶ τὰσ κιθαριστρίασ οὗτοι σκοποῦσιν, ὅπωσ μὴ πλείονοσ ἢ δυεῖν δραχμαῖν μισθωθήσονται, κἂν πλείουσ τὴν αὐτὴν σπουδάζωσι λαβεῖν, οὗτοι διακληροῦσι καὶ τῷ λαχόντι μισθοῦσιν. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 50 2:2)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 50 2:2)

  • μισθοῖ δὲ καὶ τοὺσ οἴκουσ τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν ἐπικλήρων, ἑώσ ἄν τισ τετταρακαιδεκέτισ γένηται, καὶ τὰ ἀποτιμήματα λαμβάνει, καὶ τοὺσ ἐπιτρόπουσ, ἐὰν μὴ διδῶσι τοῖσ παισὶ τὸν σῖτον, οὗτοσ εἰσπράττει. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 56 7:3)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 56 7:3)

  • ἔστιν δ’ ἁπάντων τῶν γενῶν μοι διαγραφή, εἰσ ποῖα μισθοῦν ἢ φυλάττεσθαί με δεῖ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 39 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 39 1:1)

  • Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν, εἰ μισθοῖο συνέθευ παρέχειν φωνὰν ὑπάργυρον, ἄλλοτ’ ἄλλᾳ ταρασσέμεν ἢ πατρὶ Πυθονίκῳ τό γέ νυν ἢ Θρασυδαίῳ· (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 11 14:2)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 11 14:2)

  • ὁπότε γὰρ οἱ ἄνθρωποι οὗτοι ἢ ὀπώραν πρίαιντο ἢ θέροσ μισθοῖντο ἐκθερίσαι ἢ ἄλλο τι τῶν περὶ γεωργίαν ἔργων ἀναιροῖντο, Ἀρεθούσιοσ ἦν ὁ ὠνούμενοσ καὶ μισθούμενοσ ὑπὲρ αὐτῶν. (Demosthenes, Speeches 51-61, 27:1)

    (데모스테네스, Speeches 51-61, 27:1)

유의어

  1. 허락하다

  2. 고용하다

  3. 고용하다

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION