- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κυνοκέφαλος?

2군 변화 명사; 남성 동물 로마알파벳 전사: kynokephalos 고전 발음: [뀌노께팔로] 신약 발음: [뀌노깨팔로]

기본형: κυνοκέφαλος κυνοκέφαλου

형태분석: κυνοκεφαλ (어간) + ος (어미)

어원: κεφαλή

  1. 개코원숭이, 비비
  1. baboon

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κυνοκέφαλος

개코원숭이가

κυνοκεφάλω

개코원숭이들이

κυνοκέφαλοι

개코원숭이들이

속격 κυνοκεφάλου

개코원숭이의

κυνοκεφάλοιν

개코원숭이들의

κυνοκεφάλων

개코원숭이들의

여격 κυνοκεφάλῳ

개코원숭이에게

κυνοκεφάλοιν

개코원숭이들에게

κυνοκεφάλοις

개코원숭이들에게

대격 κυνοκέφαλον

개코원숭이를

κυνοκεφάλω

개코원숭이들을

κυνοκεφάλους

개코원숭이들을

호격 κυνοκέφαλε

개코원숭이야

κυνοκεφάλω

개코원숭이들아

κυνοκέφαλοι

개코원숭이들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πάνυ γοῦν μυστηρίων, ὦ Ζεῦ, δεῖ ἡμῖν, ὡς εἰδέναι θεοὺς μὲν τοὺς θεούς, κυνοκεφάλους δὲ τοὺς κυνοκεφάλους. (Lucian, Deorum concilium, (no name) 11:2)

    (루키아노스, Deorum concilium, (no name) 11:2)

  • ὁ βοῦς θεός, Πηλουσιώταις δὲ κρόμμυον, καὶ ἄλλοις ἶβις ἢ κροκόδειλος καὶ ἄλλοις κυνοκέφαλος ἢ αἴλουρος ἢ πίθηκος: (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 42:5)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 42:5)

  • τούτων ἐπιθυμήσας Δημήτριος, θέας μὲν τῶν πυραμίδων, ἀκροάσεως δὲ τοῦ Μέμνονος, ἀναπεπλεύκει κατὰ τὸν Νεῖλον ἕκτον ἤδη μῆνα, ὀκνήσαντα πρὸς τὴν ὁδὸν καὶ τὸ θάλπος ἀπολιπὼν τὸν Ἀντίφιλον, ὁ δὲ ἐν τοσούτῳ συμφορᾷ ἐχρήσατο μάλα γενναίου τινὸς φίλου δεομένῃ, οἰκέτης γὰρ αὐτοῦ, Σύρος καὶ τοὔνομα καὶ τὴν πατρίδα, ἱεροσύλοις τισὶ κοινωνήσας συνεισῆλθέν τε αὐτοῖς εἰς τὸ Ἀνουβίδειον καὶ ἀποσυλήσαντες τὸν θεὸν χρυσᾶς τε φιάλας δύο καὶ κηρύκιον, χρυσοῦν καὶ τοῦτο, καὶ κυνοκεφάλους ἀργυροῦς καὶ ἄλλα τοιαῦτα, κατέθεντο πάντα παρὰ τῷ Σύρῳ: (Lucian, Toxaris vel amicitia, (no name) 26:5)

    (루키아노스, Toxaris vel amicitia, (no name) 26:5)

  • τί γάρ, εἰ μηδὲ γράμματα γράφοιμεν ἐπὶ τῶν κλήρων, ἀλλά τινα σημεῖα καὶ χαρακτῆρας, οἱᾶ πολλὰ Αἰγύπτιοι γράφουσιν ἀντὶ τῶν γραμμάτων, κυνοκεφάλους τινὰς ὄντας καὶ λεοντοκεφάλους ἀνθρώπους· (Lucian, 92:2)

    (루키아노스, 92:2)

  • ἡγοῦμαι τὸ ζητούμενον ἐπὶ τῶν ὁμολογουμένων καὶ κοινὰς ἐχόντων τὰς τιμάς, οἱό῀ν ἐστιν ἶβις καὶ ἱέραξ καὶ κυνοκέφαλος, αὐτὸς ὁ Ἆπις οὕτω δὴ γὰρ τὸν ἐν Μένδητι τράγον καλοῦσι. (Plutarch, De Iside et Osiride, section 73 7:1)

    (플루타르코스, De Iside et Osiride, section 73 7:1)

  • τὴν δ ἀρχὴν τοῦ λόγου τεθαύμακα, ὅτι οὐκ εἶπεν ἀρχόμενος τῆς Ἀληθείας ὅτι "πάντων χρημάτων μέτρον ἐστὶν ὗς" ἢ "κυνοκέφαλος" ἤ τι ἄλλο ἀτοπώτερον τῶν ἐχόντων αἴσθησιν, ἵνα μεγαλοπρεπῶς καὶ πάνυ καταφρονητικῶς ἤρξατο ἡμῖν λέγειν, ἐνδεικνύμενος ὅτι ἡμεῖς μὲν αὐτὸν ὥσπερ θεὸν ἐθαυμάζομεν ἐπὶ σοφίᾳ, ὁ δ ἄρα ἐτύγχανεν ὢν εἰς φρόνησιν οὐδὲν βελτίων βατράχου γυρίνου, μὴ ὅτι ἄλλου του ἀνθρώπων. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 119:3)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 119:3)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION