헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κίσσινος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κίσσινος κίσσινη κίσσινον

형태분석: κισσιν (어간) + ος (어미)

어원: kisso/s

  1. of ivy

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κίσσινος

(이)가

κισσίνη

(이)가

κίσσινον

(것)가

속격 κισσίνου

(이)의

κισσίνης

(이)의

κισσίνου

(것)의

여격 κισσίνῳ

(이)에게

κισσίνῃ

(이)에게

κισσίνῳ

(것)에게

대격 κίσσινον

(이)를

κισσίνην

(이)를

κίσσινον

(것)를

호격 κίσσινε

(이)야

κισσίνη

(이)야

κίσσινον

(것)야

쌍수주/대/호 κισσίνω

(이)들이

κισσίνᾱ

(이)들이

κισσίνω

(것)들이

속/여 κισσίνοιν

(이)들의

κισσίναιν

(이)들의

κισσίνοιν

(것)들의

복수주격 κίσσινοι

(이)들이

κίσσιναι

(이)들이

κίσσινα

(것)들이

속격 κισσίνων

(이)들의

κισσινῶν

(이)들의

κισσίνων

(것)들의

여격 κισσίνοις

(이)들에게

κισσίναις

(이)들에게

κισσίνοις

(것)들에게

대격 κισσίνους

(이)들을

κισσίνᾱς

(이)들을

κίσσινα

(것)들을

호격 κίσσινοι

(이)들아

κίσσιναι

(이)들아

κίσσινα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πρώτασ δὲ Θήβασ τῆσδε γῆσ Ἑλληνίδοσ ἀνωλόλυξα, νεβρίδ’ ἐξάψασ χροὸσ θύρσον τε δοὺσ ἐσ χεῖρα, κίσσινον βέλοσ· (Euripides, episode 3:1)

    (에우리피데스, episode 3:1)

  • "τούτῳ οὖν βοηθήματι πρὸσ τοὺσ πότουσ χρώμενοι τοῖσ παραπίπτουσι τὴν κεφαλὴν ἐδέσμευον καὶ ἐπὶ τὸν κίσσινον στέφανον ἦλθον αὐτόματόν τε καὶ πολὺν ὄντα καὶ κατὰ πάντα τόπον γεννώμενον ἔχοντα, καὶ πρόσοψιν οὐκ ἀτερπῆ, χλωροῖσ πετάλοισ καὶ κορύμβοισ σκιάζοντα τὸ μέτωπον καὶ τοὺσ ἐν τῷ σφίγγειν τόνουσ ὑπομένοντα, προσέτι δὲ ψύχοντα χωρὶσ ὀδμῆσ καρούσησ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 178)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 178)

  • προεκάθητο δ’ αὐτοῦ ἐπὶ τῷ τραχήλῳ τοῦ ἐλέφαντοσ Σατυρίσκοσ πεντάπηχυσ ἐστεφανωμένοσ πίτυοσ στεφάνῳ χρυσῷ, τῇ δεξιᾷ χειρὶ αἰγείῳ κέρατι χρυσῷ σημαίνων, ὁ δὲ ἐλέφασ σκευὴν εἶχε χρυσῆν καὶ περὶ τῷ τραχήλῳ κίσσινον χρυσοῦν στέφανον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 314)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 314)

  • καὶ Πρίαποσ δ’ αὐτοῖσ συμπαρῆν ἔχων στέφανον κίσσινον ἐκ χρυσοῦ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 31 1:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 31 1:5)

  • ἔγχευε δὲ ἓν μὲν δέπασ κίσσινον μελαίνασ σταγόνοσ ἀμβρότασ ἀφρῷ βρυάζον εἴκοσιν δὲ μέτρ’ ἐνέχευ’,8 ἀνέμισγε δ’ αἷμα Βακχίου νεορρύτοισι δακρύοισι Νυμφᾶν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 13 4:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 13 4:3)

유의어

  1. of ivy

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION