헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταψεύδομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταψεύδομαι καταψεύσομαι κατεψεύσθην κατέψευσμαι

형태분석: κατα (접두사) + ψεύδ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 가장하다, 기만하다, 발견하다, 발명하다, 가진 체하다
  1. to tell lies against, speak falsely of
  2. to allege falsely against
  3. to say falsely, pretend, to feign, invent
  4. to be falsely reported, to be spurious

활용 정보

현재 시제

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δὲ σὺν γέλωτι, Σύ, ἔφησαν, ὦ ἄνθρωπε, οὐ παύσῃ τήμερον καταψευδόμενοσ τῆσ χώρασ ἡμῶν καὶ τοῦ ποταμοῦ; (Lucian, Electrum, (no name) 5:1)

    (루키아노스, Electrum, (no name) 5:1)

  • τοῦ μὲν γὰρ ὄζει κρομμυοξυρεγμίασ, ταύτησ δ’ ὀπώρασ, ὑποδοχῆσ, Διονυσίων, αὐλῶν, τραγῳδῶν, Σοφοκλέουσ μελῶν, κιχλῶν, ἐπυλλίων Εὐριπίδου ‐ κλαύσἄρα σὺ ταύτησ καταψευδόμενοσ· (Aristophanes, Peace, Choral, strophe 3 1:8)

    (아리스토파네스, Peace, Choral, strophe 3 1:8)

  • Μαρτυρία εἶτ’ οὐ δεινόν, ὦ Ἀθηναῖοι, εἰ, ὅτι μὲν εἷσ ἀνὴρ ἔφησε Πιστίασ Ἀρεοπαγίτησ ὢν ἀδικεῖν με, καταψευδόμενοσ κἀμοῦ καὶ τῆσ βουλῆσ, ἴσχυσεν ἂν τὸ ψεῦδοσ τῆσ ἀληθείασ μᾶλλον, εἰ διὰ τὴν ἀσθένειαν τὴν τότε καὶ τὴν ἐρημίαν τὴν ἐμὴν ἐπιστεύθησαν αἱ κατ’ ἐμοῦ ψευδεῖσ γενόμεναι κατασκευαί· (Dinarchus, Speeches, 63:4)

    (디나르코스, 연설, 63:4)

  • ὁ δ’ Ἀγαμέμνων τὴν Βοιωτίαν ἐπῆλθε κυνηγετῶν τὸν Ἄργυννον ὑποφεύγοντα καὶ καταψευδόμενοσ τῆσ θαλάσσησ καὶ τῶν πνευμάτων, εἶτα καλὸν καλῶσ ἑαυτὸν βαπτίζων εἰσ τὴν Κωπαΐδα λίμνην, ὡσ αὐτόθι κατασβέσων τὸν ἔρωτα καὶ τῆσ ἐπιθυμίασ ἀπαλλαξόμενοσ. (Plutarch, Bruta animalia ratione uti, chapter, section 7 12:1)

    (플루타르코스, Bruta animalia ratione uti, chapter, section 7 12:1)

  • αὐτὸσ γὰρ περὶ αὐτοῦ τοὐναντίον ἐψεύδετο καὶ γεγενημένοσ ἐν Οἄσει τῆσ Αἰγύπτου πάντων Αἰγυπτίων πρῶτοσ ὤν, ὡσ ἂν εἴποι τισ, τὴν μὲν ἀληθῆ πατρίδα καὶ τὸ γένοσ ἐξωμόσατο, Ἀλεξανδρεὺσ δὲ εἶναι καταψευδόμενοσ ὁμολογεῖ τὴν μοχθηρίαν τοῦ γένουσ. (Flavius Josephus, Contra Apionem, 32:1)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 32:1)

유의어

  1. to tell lies against

  2. to allege falsely against

  3. to be falsely reported

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION