헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαδέχομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαδέχομαι διαδέξομαι

형태분석: δια (접두사) + δέχ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 취하다, 잡다, 가득 채우다, 빼앗다
  2. 계승하다, 성공하다
  3. ~와 비교하다, 관계되어 있다, ~에 속하다, 눕다, 편안해지다
  1. to receive one from another, to take up, to speak next
  2. to succeed
  3. to relieve one another, with, in succession, in turns

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαδέχομαι

(나는) 취한다

διαδέχει, διαδέχῃ

(너는) 취한다

διαδέχεται

(그는) 취한다

쌍수 διαδέχεσθον

(너희 둘은) 취한다

διαδέχεσθον

(그 둘은) 취한다

복수 διαδεχόμεθα

(우리는) 취한다

διαδέχεσθε

(너희는) 취한다

διαδέχονται

(그들은) 취한다

접속법단수 διαδέχωμαι

(나는) 취하자

διαδέχῃ

(너는) 취하자

διαδέχηται

(그는) 취하자

쌍수 διαδέχησθον

(너희 둘은) 취하자

διαδέχησθον

(그 둘은) 취하자

복수 διαδεχώμεθα

(우리는) 취하자

διαδέχησθε

(너희는) 취하자

διαδέχωνται

(그들은) 취하자

기원법단수 διαδεχοίμην

(나는) 취하기를 (바라다)

διαδέχοιο

(너는) 취하기를 (바라다)

διαδέχοιτο

(그는) 취하기를 (바라다)

쌍수 διαδέχοισθον

(너희 둘은) 취하기를 (바라다)

διαδεχοίσθην

(그 둘은) 취하기를 (바라다)

복수 διαδεχοίμεθα

(우리는) 취하기를 (바라다)

διαδέχοισθε

(너희는) 취하기를 (바라다)

διαδέχοιντο

(그들은) 취하기를 (바라다)

명령법단수 διαδέχου

(너는) 취해라

διαδεχέσθω

(그는) 취해라

쌍수 διαδέχεσθον

(너희 둘은) 취해라

διαδεχέσθων

(그 둘은) 취해라

복수 διαδέχεσθε

(너희는) 취해라

διαδεχέσθων, διαδεχέσθωσαν

(그들은) 취해라

부정사 διαδέχεσθαι

취하는 것

분사 남성여성중성
διαδεχομενος

διαδεχομενου

διαδεχομενη

διαδεχομενης

διαδεχομενον

διαδεχομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαδέξομαι

(나는) 취하겠다

διαδέξει, διαδέξῃ

(너는) 취하겠다

διαδέξεται

(그는) 취하겠다

쌍수 διαδέξεσθον

(너희 둘은) 취하겠다

διαδέξεσθον

(그 둘은) 취하겠다

복수 διαδεξόμεθα

(우리는) 취하겠다

διαδέξεσθε

(너희는) 취하겠다

διαδέξονται

(그들은) 취하겠다

기원법단수 διαδεξοίμην

(나는) 취하겠기를 (바라다)

διαδέξοιο

(너는) 취하겠기를 (바라다)

διαδέξοιτο

(그는) 취하겠기를 (바라다)

쌍수 διαδέξοισθον

(너희 둘은) 취하겠기를 (바라다)

διαδεξοίσθην

(그 둘은) 취하겠기를 (바라다)

복수 διαδεξοίμεθα

(우리는) 취하겠기를 (바라다)

διαδέξοισθε

(너희는) 취하겠기를 (바라다)

διαδέξοιντο

(그들은) 취하겠기를 (바라다)

부정사 διαδέξεσθαι

취할 것

분사 남성여성중성
διαδεξομενος

διαδεξομενου

διαδεξομενη

διαδεξομενης

διαδεξομενον

διαδεξομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεδεχόμην

(나는) 취하고 있었다

διεδέχου

(너는) 취하고 있었다

διεδέχετο

(그는) 취하고 있었다

쌍수 διεδέχεσθον

(너희 둘은) 취하고 있었다

διεδεχέσθην

(그 둘은) 취하고 있었다

복수 διεδεχόμεθα

(우리는) 취하고 있었다

διεδέχεσθε

(너희는) 취하고 있었다

διεδέχοντο

(그들은) 취하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀπὸ δὲ Κλεοφῶντοσ ἤδη διεδέχοντο συνεχῶσ τὴν δημαγωγίαν οἱ μάλιστα βουλόμενοι θρασύνεσθαι καὶ χαρίζεσθαι τοῖσ πολλοῖσ πρὸσ τὸ παραυτίκα βλέποντεσ. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 28 4:1)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 28 4:1)

  • ἐπεὶ δὲ τοῦ πρώτου τῶν Καρχηδονίων πολέμων ἔτει δευτέρῳ καὶ εἰκοστῷ συναιρεθέντοσ ἀρχαὶ πάλιν Γαλατικῶν ἀγώνων διεδέχοντο τὴν Ῥώμην, οἱ δὲ τὴν ὑπαλπείαν νεμόμενοι τῆσ Ἰταλίασ Ἴνσομβρεσ, Κελτικὸν ἔθνοσ, μεγάλοι καὶ καθ’ ἑαυτοὺσ ὄντεσ, δυνάμεισ ἐκάλουν, καὶ μετεπέμποντο Γαλατῶν τοὺσ μισθοῦ στρατευομένουσ, οἳ Γαισάται καλοῦνται, θαυμαστὸν μὲν ἐδόκει καὶ τύχησ ἀγαθῆσ γενέσθαι τὸ μὴ συρραγῆναι τὸν Κελτικὸν εἰσ τὸ αὐτὸ τῷ Λιβυκῷ πόλεμον, ἀλλ’ ὥσπερ ἐφεδρείαν εἰληφότασ τοὺσ Γαλάτασ, ὀρθῶσ καὶ δικαίωσ ἀτρεμήσαντασ μαχομένων ἐκείνων, οὕτω τότε δὴ τοῖσ νενικηκόσιν ἐπαποδύεσθαι καὶ προκαλεῖσθαι σχολὴν ἄγοντασ· (Plutarch, Marcellus, chapter 3 1:1)

    (플루타르코스, Marcellus, chapter 3 1:1)

  • ὡσ δ’ οἱ μὲν ἔκαμνον διηνεκῶσ ἀμυνόμενοι καὶ τοὺσ προμάχουσ ἀμείβειν οὐκ ἔχοντεσ, τὸ κεκμηκὸσ δὲ τῶν Ῥωμαίων ἀκραιφνεῖσ διεδέχοντο καὶ ταχέωσ ἀντὶ τῶν ἀποβιασθέντων ἐπέβαινον ἕτεροι, παρακελευσάμενοί τε ἀλλήλοισ καὶ πλευρὰν μὲν ἑνώσαντεσ, τοῖσ δὲ θυρεοῖσ καθύπερθεν φραξάμενοι στῖφοσ ἄρρηκτον ἐγένοντο καὶ καθάπερ ἑνὶ σώματι πάσῃ τῇ φάλαγγι τοὺσ Ιοὐδαίουσ ἀνωθοῦντεσ ἤδη τοῦ τείχουσ ἐπέβαινον. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 329:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 329:1)

  • διεδέχοντο δὲ ἄλλοι τούτουσ, καὶ παντὶ μὲν ἀνάγκη παρεῖναι πρὸσ τὴν φυλακὴν ἐκ περιόδου, πολλοὶ δὲ τῶν ἐν ἀξιώμασιν ἐφεθέντεσ ὑπὸ τῶν ἄρχειν δοκούντων μισθούμενοι πενιχροτέρουσ ἀνθ’ ἑαυτῶν ἐπὶ τὴν φρουρὰν ἔπεμπον. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 237:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 237:1)

  • πολλῶν δ’ ἀναιρουμένων παρ’ ἀμφοτέροισ, τοῖσ μὲν Καρχηδονίοισ νεαλεῖσ διεδέχοντο τὴν μάχην, τοῖσ δὲ Σελινουντίοισ οὐκ ἦν τὸ βοηθῆσον. (Diodorus Siculus, Library, book xiii, chapter 56 5:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xiii, chapter 56 5:1)

유의어

  1. 계승하다

  2. ~와 비교하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION