ξένος?
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사: xenos
고전 발음: [끄세노스]
신약 발음: [끄새노스]
기본형:
ξένος
ξένου
형태분석:
ξεν
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 이방인, 외국인
- 용병, 고용인
- 외국인, 외인
- of parties giving or receiving hospitality: host and much more commonly guest
- stranger
- one who is hired: hired worker, mercenary
- foreigner
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- οἱ μὲν γὰρ τοὺς ἀγνοοῦντας οὐκ ἐδέχοντο παρόντας, οὗτοι δὲ εὐεργέτας ξένους ἐδουλοῦντο. (Septuagint, Liber Sapientiae 19:14)
(70인역 성경, 지혜서 19:14)
- πάντας γὰρ εὑρήσετε τοὺς τὰ τοιαῦτα πράττοντας ἢ οὐκ ὄντων αὐτοῖς γνησίων παίδων ἢ διὰ πενίαν ἀναγκαζομένους ξένους ἀνθρώπους εἰσποιεῖσθαι, ὅπως ὠφελῶνταί τι ἀπ αὐτῶν δι αὐτοὺς Ἀθηναίων γεγονότων. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 173)
(디오니시오스, chapter 173)
- ὅταν δὲ βουληθῆτε τοὐμὸν εἰδέναι, τοὺς εἰσφοιτῶντας εἰς Ἀκράγαντα ξένους ἐρωτήσατε ὁποῖος ἐγὼ περὶ αὐτούς εἰμι καὶ εἰ φιλανθρώπως προσφέρομαι τοῖς καταίρουσιν, ὅς γε καὶ σκοποὺς ἐπὶ τῶν λιμένων ἔχω καὶ πευθῆνας, τίνες ὅθεν καταπεπλεύκασιν, ὡς κατ ἀξίαν τιμῶν ἀποπέμποιμι αὐτούς. (Lucian, Phalaris, book 1 10:1)
(루키아노스, Phalaris, book 1 10:1)
- οὐχ οὕτως ὀλίγα τὰ θέλγητρα ἔχει πρὸς τοὺς ξένους, ἀλλὰ μάλα ἐπιλήψεταί σου, ὡς μήτε γυναικὸς ἔτι μήτε παίδων, εἴ σοι ἤδη εἰσί, μεμνῆσθαι. (Lucian, Scytha 11:4)
(루키아노스, Scytha 11:4)
- μητέρα γεραιὰν βωμίαν ἐφημένην ξένους θ ὁμοῦ γυναῖκας, οὐχ ἕνα ῥυθμὸν κακῶν ἐχούσας: (Euripides, Suppliants, episode6)
(에우리피데스, Suppliants, episode6)