헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀποπεράω

α 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀποπεράω

형태분석: ἀπο (접두사) + περά (어간) + ω (인칭어미)

  1. to carry over

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποπέρω

ἀποπέρᾳς

ἀποπέρᾳ

쌍수 ἀποπέρᾱτον

ἀποπέρᾱτον

복수 ἀποπέρωμεν

ἀποπέρᾱτε

ἀποπέρωσιν*

접속법단수 ἀποπέρω

ἀποπέρῃς

ἀποπέρῃ

쌍수 ἀποπέρητον

ἀποπέρητον

복수 ἀποπέρωμεν

ἀποπέρητε

ἀποπέρωσιν*

기원법단수 ἀποπέρῳμι

ἀποπέρῳς

ἀποπέρῳ

쌍수 ἀποπέρῳτον

ἀποπερῷτην

복수 ἀποπέρῳμεν

ἀποπέρῳτε

ἀποπέρῳεν

명령법단수 ἀποπε͂ρᾱ

ἀποπερᾶτω

쌍수 ἀποπέρᾱτον

ἀποπερᾶτων

복수 ἀποπέρᾱτε

ἀποπερῶντων, ἀποπερᾶτωσαν

부정사 ἀποπέρᾱν

분사 남성여성중성
ἀποπερων

ἀποπερωντος

ἀποπερωσα

ἀποπερωσης

ἀποπερων

ἀποπερωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποπέρωμαι

ἀποπέρᾳ

ἀποπέρᾱται

쌍수 ἀποπέρᾱσθον

ἀποπέρᾱσθον

복수 ἀποπερῶμεθα

ἀποπέρᾱσθε

ἀποπέρωνται

접속법단수 ἀποπέρωμαι

ἀποπέρῃ

ἀποπέρηται

쌍수 ἀποπέρησθον

ἀποπέρησθον

복수 ἀποπερώμεθα

ἀποπέρησθε

ἀποπέρωνται

기원법단수 ἀποπερῷμην

ἀποπέρῳο

ἀποπέρῳτο

쌍수 ἀποπέρῳσθον

ἀποπερῷσθην

복수 ἀποπερῷμεθα

ἀποπέρῳσθε

ἀποπέρῳντο

명령법단수 ἀποπέρω

ἀποπερᾶσθω

쌍수 ἀποπέρᾱσθον

ἀποπερᾶσθων

복수 ἀποπέρᾱσθε

ἀποπερᾶσθων, ἀποπερᾶσθωσαν

부정사 ἀποπέρᾱσθαι

분사 남성여성중성
ἀποπερωμενος

ἀποπερωμενου

ἀποπερωμενη

ἀποπερωμενης

ἀποπερωμενον

ἀποπερωμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to carry over

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION