- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀμαιμάκετος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: amaimaketos 고전 발음: [아마마께또] 신약 발음: [아매마깨또]

기본형: ἀμαιμάκετος ἀμαιμάκετη ἀμαιμάκετον

형태분석: ἀμαιμακετ (어간) + ος (어미)

어원: epic form of ἄμαχος

  1. 강한, 강력한, 고집스러운
  1. irresistible
  2. strong, stubborn

곡용 정보

1/2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νεῖκος γὰρ ἀμαιμάκετον βληχρᾶς ἀνέπαλτο κασιγνητοῖς ἀπ ἀρχᾶς Προίτῳ τε καὶ Ἀκρισίῳ: (Bacchylides, , epinicians, ode 11 4:6)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 11 4:6)

  • ἣ δὲ Χίμαιραν ἔτικτε πνέουσαν ἀμαιμάκετον πῦρ, δεινήν τε μεγάλην τε ποδώκεά τε κρατερήν τε: (Hesiod, Theogony, Book Th. 32:7)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 32:7)

  • ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀΐοντα, γᾶν τε καὶ πόντον κατ ἀμαιμάκετον, ὅς τ ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφὼς ἑκατοντακάρανος: (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 1 5:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 1 5:1)

  • καὶ τότε γνοὺς Ἴσχυος Εἰλατίδα ξεινίαν κοίταν ἄθεμίν τε δόλον, πέμψεν κασιγνήταν μένει θύοισαν ἀμαιμακέτῳ ἐς Λακέρειαν. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 3 10:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 3 10:1)

  • ἐς δὲ κίνδυνον βαθὺν ἱέμενοι δεσπόταν λίσσοντο ναῶν, συνδρόμων κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 4 63:4)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 4 63:4)

유의어

  1. irresistible

  2. 강한

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION