헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στοχάζομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στοχάζομαι στοχάσομαι ἐστοχασάμην ἐστόχασμαι

형태분석: στοχάζ (어간) + ομαι (인칭어미)

어원: sto/xos

  1. 찾다, 겨누다, 겨냥을 하다
  1. I aim for, shoot at
  2. (figuratively) I endeavor after, aim at

활용 정보

현재 시제

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐθὲν δὲ κωλύει καὶ κεφαλαιωδῶσ περιλαβόντα δι’ ἐλαχίστησ δηλώσεωσ τὰ φανερώτατα εἰπεῖν, ὅτι μοι δοκεῖ Λυσίασ μὲν τὴν ἀλήθειαν διώκειν μᾶλλον, Ἰσαῖοσ δὲ τὴν τέχνην, καὶ ὃ μὲν στοχάζεσθαι τοῦ χαριέντωσ, ὃ δὲ τοῦ δεινῶσ. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 182)

    (디오니시오스, chapter 182)

  • ἔχοι δὲ ἄν τισ καὶ ἄλλα πρὸσ τούτοισ λέγειν, ἐξ ὧν ὁ χαρακτὴρ τοῦ ῥήτοροσ ἔσται καταφανήσ, ἀνάγκη δὲ ἴσωσ στοχάζεσθαι τοῦ χρόνου. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 20 1:7)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 20 1:7)

  • καὶ ἐπὶ τῷδε παραγγέλλεται μήτε τοῦ κράνουσ στοχάζεσθαι τῶν παριππευόντων μήτε ἐσ τὸν ἵππον τὸ δόρυ μεθιέναι, ἀλλὰ γὰρ πρὶν ἐγκλῖναι τὸν ἱππέα καὶ παραγυμνῶσαί τι τῆσ πλευρᾶσ ἢ ἐκφῆναι τοῦ νώτου ἐπιστραφέντα, αὐτοῦ δὴ τοῦ θυρεοῦ στοχαζόμενον ὡσ Βιαιότατα ἐναράξαι τὸ δόρυ. (Arrian, chapter 40 7:1)

    (아리아노스, chapter 40 7:1)

  • τοῦτον τὸν νόμον εἰσφέρων τά τε ἄλλα λέγεται σπουδάσαι διαφερόντωσ, καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ πάντων δημαγωγῶν πρὸσ τὴν σύγκλητον ἀφορώντων καὶ τὸ καλούμενον κομίτιον, πρῶτοσ τότε στραφεὶσ ἔξω πρὸσ τὴν ἀγορὰν δημηγορῆσαι, καὶ τὸ λοιπὸν οὕτω ποιεῖν ἐξ ἐκείνου, μικρᾷ παρεγκλίσει καὶ μεταθέσει σχήματοσ μέγα πρᾶγμα κινήσασ καὶ μετενεγκὼν τρόπον τινὰ τὴν πολιτείαν ἐκ τῆσ ἀριστοκρατίασ εἰσ τὴν δημοκρατίαν, ὡσ τῶν πολλῶν δέον, οὐ τῆσ βουλῆσ, στοχάζεσθαι τοὺσ λέγοντασ. (Plutarch, Caius Gracchus, chapter 5 3:1)

    (플루타르코스, Caius Gracchus, chapter 5 3:1)

  • "καὶ κληρουμένων τὸν λαχόντα στοχάζεσθαι ταύτησ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 29 1:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 29 1:5)

유의어

  1. I aim for

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION