헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πλεύμων

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πλεύμων πλεύμονος

형태분석: πλευμων (어간)

어원: later attic form of pneu/mwn.

  1. 부아, 허파
  1. lung

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πλεύμων

부아가

πλεύμονε

부아들이

πλεύμονες

부아들이

속격 πλεύμονος

부아의

πλευμόνοιν

부아들의

πλευμόνων

부아들의

여격 πλεύμονι

부아에게

πλευμόνοιν

부아들에게

πλεύμοσιν*

부아들에게

대격 πλεύμονα

부아를

πλεύμονε

부아들을

πλεύμονας

부아들을

호격 πλεύμων

부아야

πλεύμονε

부아들아

πλεύμονες

부아들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἴθε σου εἶναι ὤφελεν ὦλαζὼν οὑτωσὶ θερμὸσ ὁ πλεύμων. (Aristophanes, Peace, Lyric-Scene, dactyls5)

    (아리스토파네스, Peace, Lyric-Scene, dactyls5)

  • βρύκουσά σου τοὺσ πλεύμονασ καὶ τἄντερ’ ἐξαμήσω. (Aristophanes, Lysistrata, Parodos, tetrameters20)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Parodos, tetrameters20)

  • οὐκ ἀπαλλάξῃ, πρὶν εἴσω τόξα πλευμόνων λαβεῖν; (Euripides, Ion, episode, trochees17)

    (에우리피데스, Ion, episode, trochees17)

  • τοία Στυγόσ σε μελανοκάρδιοσ πέτρα Ἀχερόντιόσ τε σκόπελοσ αἱματοσταγὴσ φρουροῦσι, Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνεσ, ἔχιδνά θ’ ἑκατογκέφαλοσ, ἣ τὰ σπλάγχνα σου διασπαράξει, πλευμόνων τ’ ἀνθάψεται Ταρτησία μύραινα· (Aristophanes, Frogs, Lyric-Scene10)

    (아리스토파네스, Frogs, Lyric-Scene10)

  • ἔνθεν δὴ στοματουργὸσ ἐπῶν βασανίστρια λίσφη γλῶσσ’ ἀνελισσομένη φθονεροὺσ κινοῦσα χαλινοὺσ ῥήματα δαιομένη καταλεπτολογήσει πλευμόνων πολὺν πόνον. (Aristophanes, Frogs, Choral, strophe 41)

    (아리스토파네스, Frogs, Choral, strophe 41)

  • Πλεύμων ἐναντίην σώματοσ τροφὴν ἕλκει, τὰ δ’ ἄλλα πάντα τὴν αὐτήν. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, , xxix.1)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, , xxix.1)

  • Ἀρχὴ τροφῆσ πνεύματοσ, Ῥῖνεσ, στόμα, βρόγχοσ, πλεύμων, καὶ ἡ ἄλλη διαπνοίη‧ ἀρχὴ τροφῆσ καὶ ὑγρῆσ καὶ ξηρῆσ, στόμα, στόμαχοσ, κοιλίη. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, , xxx.1)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, , xxx.1)

  • ξύνεστι δὲ τοῦ θώρηκοσ βάροσ· πλεύμων γὰρ ἄπονοσ, ἄση, δυσφορίη, ἀποσιτίη, ἑσπέρῃ περίψυξισ, καὶ θέρμη ἐσ τὴν ἑώ· ἱδρὼσ ἄχρι θώρηκοσ τῆσ θέρμησ δυσφορώτεροσ· βηχὸσ ἀναγωγαὶ ποικίλαι, ὁκοίασ ἔλεξα. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 149)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 149)

  • Πάσχει δὲ πλεύμων· ξυμπαθέει δὲ καὶ τὰ ξυντελοῦντα ἐσ ἀναπνοὴν, διάφραγμα, θώρηξ· ἢν δὲ καρδίη πάθῃ, οὔκοτε ἐσ πολλὸν διαρκέσειε . (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 209)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 209)

유의어

  1. 부아

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION