- Greek-English Dictionary

Ancient Greek-English Dictionary Language

χρύσειος?

First/Second declension Adjective; Transliteration: chryseios

Principal Part: χρύσειος χρύσεια χρύσειον

Structure: χρυσει (Stem) + ος (Ending)

Etym.: epic for χρύσεος q. v., Hom., Hes.

Sense

Examples

  • 39 χρυσείοις δ ἑκάτερθε τινασσόμενος πλοκάμοισι 40 βότρυς ἀκερσεκόμης ζεφύρῳ στυφελίζετο χαίτης. (Colluthus, Rape of Helen, book 110)
  • κόρον δ οὐκ εἶχεν ὀπωπῆς ἄλλοτε δὴ χρύσειον ὀισαμένη Κυθερείης κοῦρον ὀπιπεύειν θαλαμηπόλον - ὀψὲ δ ἀνέγνω, ὡς οὐκ ἔστιν Ἔρως: (Colluthus, Rape of Helen, book 1122)
  • δεύτερον αὖ θώρηκα περὶ στήθεσσιν ἔδυνε καλὸν χρύσειον πολυδαίδαλον, ὅν οἱ ἔδωκε Παλλὰς Ἀθηναίη, κούρη Διός, ὁππότ ἔμελλε τὸ πρῶτον στονόεντας ἐφορμήσεσθαι ἀέθλους. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 11:2)
  • ἀργύρεοι, χρύσεια περὶ χροῒ τεύχε ἔχοντες. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 18:2)
  • θύσανοι δὲ κατῃωρεῦντο φαεινοὶ χρύσειοι: (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 24:8)
  • τοῖσιν δὲ προέκειτο μέγας τρίπος ἐντὸς ἀγῶνος, χρύσειος, κλυτὰ ἔργα περίφρονος Ἡφαίστοιο. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 27:4)

Related

명사

형용사

동사

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION