헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑπολάμπω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑπολάμπω ὑπολάμψω

형태분석: ὑπο (접두사) + λάμπ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to shine under, shine in under
  2. to shine a little, begin to shine, just appear

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ὑπολάμπω

ὑπολάμπεις

ὑπολάμπει

쌍수 ὑπολάμπετον

ὑπολάμπετον

복수 ὑπολάμπομεν

ὑπολάμπετε

ὑπολάμπουσιν*

접속법단수 ὑπολάμπω

ὑπολάμπῃς

ὑπολάμπῃ

쌍수 ὑπολάμπητον

ὑπολάμπητον

복수 ὑπολάμπωμεν

ὑπολάμπητε

ὑπολάμπωσιν*

기원법단수 ὑπολάμποιμι

ὑπολάμποις

ὑπολάμποι

쌍수 ὑπολάμποιτον

ὑπολαμποίτην

복수 ὑπολάμποιμεν

ὑπολάμποιτε

ὑπολάμποιεν

명령법단수 ὑπολάμπε

ὑπολαμπέτω

쌍수 ὑπολάμπετον

ὑπολαμπέτων

복수 ὑπολάμπετε

ὑπολαμπόντων, ὑπολαμπέτωσαν

부정사 ὑπολάμπειν

분사 남성여성중성
ὑπολαμπων

ὑπολαμποντος

ὑπολαμπουσα

ὑπολαμπουσης

ὑπολαμπον

ὑπολαμποντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ὑπολάμπομαι

ὑπολάμπει, ὑπολάμπῃ

ὑπολάμπεται

쌍수 ὑπολάμπεσθον

ὑπολάμπεσθον

복수 ὑπολαμπόμεθα

ὑπολάμπεσθε

ὑπολάμπονται

접속법단수 ὑπολάμπωμαι

ὑπολάμπῃ

ὑπολάμπηται

쌍수 ὑπολάμπησθον

ὑπολάμπησθον

복수 ὑπολαμπώμεθα

ὑπολάμπησθε

ὑπολάμπωνται

기원법단수 ὑπολαμποίμην

ὑπολάμποιο

ὑπολάμποιτο

쌍수 ὑπολάμποισθον

ὑπολαμποίσθην

복수 ὑπολαμποίμεθα

ὑπολάμποισθε

ὑπολάμποιντο

명령법단수 ὑπολάμπου

ὑπολαμπέσθω

쌍수 ὑπολάμπεσθον

ὑπολαμπέσθων

복수 ὑπολάμπεσθε

ὑπολαμπέσθων, ὑπολαμπέσθωσαν

부정사 ὑπολάμπεσθαι

분사 남성여성중성
ὑπολαμπομενος

ὑπολαμπομενου

ὑπολαμπομενη

ὑπολαμπομενης

ὑπολαμπομενον

ὑπολαμπομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπειδὴ δὲ καὶ τοῦτο συμφαῖεν, οὐκοῦν ἐν ταῖσ πρὸσ μεσημβρίαν βλεπούσαισ οἰκίαισ τοῦ μὲν χειμῶνοσ ὁ ἥλιοσ εἰσ τὰσ παστάδασ ὑπολάμπει, τοῦ δὲ θέρουσ ὑπὲρ ἡμῶν αὐτῶν καὶ τῶν στεγῶν πορευόμενοσ σκιὰν παρέχει. (Xenophon, Memorabilia, , chapter 8 12:2)

    (크세노폰, Memorabilia, , chapter 8 12:2)

  • "κοιμᾶται δ’ ἀκαρὲσ χρόνου καὶ ὑπολάμπει τὰ ὄμματα καθεύδοντοσ· (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 4, 4:11)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 4, 4:11)

유의어

  1. to shine under

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION