헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σχολή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σχολή σχολῆς

형태분석: σχολ (어간) + η (어미)

  1. 여가, 겨를, 휴식
  2. 휴식, 휴양
  3. 논의, 토론, 대화, 심의, 토의
  4. 철학, 음
  5. 학교, 수사학 학교
  1. leisure, free time
  2. rest
  3. that in which leisure time is spent, especially lecture, disputation, discussion
  4. philosophy
  5. place where lectures were given, school, lecture hall
  6. (in the plural) the Praetorian guard (see Latin scholae)

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σχολή

여가가

σχολᾱ́

여가들이

σχολαί

여가들이

속격 σχολῆς

여가의

σχολαῖν

여가들의

σχολῶν

여가들의

여격 σχολῇ

여가에게

σχολαῖν

여가들에게

σχολαῖς

여가들에게

대격 σχολήν

여가를

σχολᾱ́

여가들을

σχολᾱ́ς

여가들을

호격 σχολή

여가야

σχολᾱ́

여가들아

σχολαί

여가들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φιλοσοφεῖν τοὺσ ἀπὸ τοῦ δίφρου διαλεγομένουσ καὶ σχολὰσ ἐπὶ βιβλίοισ περαίνοντασ· (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 26 2:1)

    (플루타르코스, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 26 2:1)

  • πολλὰ καὶ καλὰ θεάματα καὶ ἀκούσματα καὶ σχολὰσ καὶ διατριβὰσ παρελθόντεσ, ἐπιστόλια διορύττουσιν ἀλλότρια καὶ παραβάλλουσι γειτόνων τοίχοισ τὰ ὦτα καὶ συμψιθυρίζουσιν οἰκέταισ καὶ γυναίοισ, πολλάκισ μὲν οὐδ’ ἀκινδύνωσ ἀεὶ δ’ ἀδόξωσ. (Plutarch, De curiositate, section 9 3:2)

    (플루타르코스, De curiositate, section 9 3:2)

  • σοφὰσ Ἀθήνησι σχολὰσ καὶ διατριβάσ· (Plutarch, De exilio, section 142)

    (플루타르코스, De exilio, section 142)

  • δοκεῖ δή μοι φύσει τε καὶ πείρᾳ διδαχθεὶσ ὁ ἀνὴρ πρῶτον μὲν ἐκεῖνο καταμαθεῖν, ὅτι οὐχ ὁμοίασ ἀπαιτοῦσι κατασκευὰσ λέξεωσ οἱ πρὸσ τὰσ πανηγύρεισ καὶ σχολὰσ συρρέοντεσ ὄχλοι τοῖσ εἰσ τὰ δικαστήρια καὶ τὰσ ἐκκλησίασ ἀπαντῶσιν, ἀλλ’ οἳ μὲν ἀπάτησ ὀρέγονται καὶ ψυχαγωγίασ, οἳ δὲ διδαχῆσ, ὧν ἐπιζητοῦσι, καὶ ὠφελείασ. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 444)

    (디오니시오스, De Demosthene, chapter 444)

  • καὶ παρελθὼν εἰσ τὴν σύγκλητον ἐμέμψατο τοῖσ ἄρχουσιν, ὅτι πρεσβεία κάθηται πολὺν χρόνον ἄπρακτοσ ἀνδρῶν, οἳ περὶ παντὸσ οὗ βούλοιντο ῥᾳδίωσ πείθειν δύνανται δεῖν οὖν τὴν ταχίστην γνῶναί τι καὶ ψηφίσασθαι περὶ τῆσ πρεσβείασ, ὅπωσ οὗτοι μὲν ἐπὶ τὰσ σχολὰσ τραπόμενοι διαλέγωνται παισὶν Ἑλλήνων, οἱ δὲ Ῥωμαίων νέοι τῶν νόμων καὶ τῶν ἀρχόντων ὡσ πρότερον ἀκούωσι. (Plutarch, Marcus Cato, chapter 22 5:1)

    (플루타르코스, Marcus Cato, chapter 22 5:1)

유의어

  1. 휴식

  2. 철학

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION