- Greek-English Dictionary

Ancient Greek-English Dictionary Language

σκοτώδης?

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration: skotōdēs

Principal Part: σκοτώδης σκοτώδες

Structure: σκοτωδη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: contr. for σκοτοειδής

Sense

  1. dark

Examples

  • καίτοι πολλάκις ἀέρος ὁμοίως σκοτώδους· (Plutarch, Adversus Colotem, section 7 2:1)
  • "καὶ γὰρ θεία καὶ οὐρανία καὶ μίξεως χώρα τοῦ ἀθανάτου πρὸς τὸ θνητόν, ἀδρανὴς δὲ καθ ἑαυτὴν καὶ σκοτώδης ἡλίου μὴ προσλάμποντος, ὥσπερ Ἀφροδίτη μὴ παρόντος Ἔρωτος. (Plutarch, Amatorius, section 19 3:9)
  • ἐστιν ἐξετάζεσθαι τὸν λόγον οὐκ ἀπὸ τῶν χρωμάτων ἐπεὶ καὶ χιὼν καὶ χάλαζα καὶ κρύσταλλος ἅμα λαμπρότατα γίγνεται καὶ ψυχρότατα καὶ πάλιν πίττα θερμότερόν ἐστι μέλιτος καὶ σκοτωδέστερον. (Plutarch, De primo frigido, chapter, section 13 11:1)
  • οἶμαι δὲ καὶ μέλαιναν ἑκάστοτε τὴν γῆν ὑπὸ τῶν ποιητῶν καλεῖσθαι διὰ τὸ σκοτῶδες καὶ τὸ ἀφώτιστον ὥστε καὶ τὴν πολυτίμητον ἀντίθεσιν τοῦ σκοτεινοῦ πρὸς τὸ λαμπρὸν ἐπὶ τῆς γῆς μᾶλλον ἢ τοῦ ἀέρος ὑπάρχειν. (Plutarch, De primo frigido, chapter, section 17 16:1)
  • "ὅθεν ἡ σελήνη ταπεινὴ μὲν ἐμπεσοῦσα τοῖς μεγίστοις λαμβάνεται κύκλοις ὑπ αὐτῆς καὶ διαπερᾷ τὸ βύθιον καὶ σκοτωδέστατον ἄνω δ οἱο῀ν ἐν τενάγει διὰ λεπτότητα τοῦ σκιεροῦ χρανθεῖσα ταχέως ἀπαλλάττεται. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 20 5:17)
  • ἦν δ ὁ οἶκος, ἐν ᾧ ταῦτα δράσειν ἔμελλον, οἱο῀ν εἰκὸς, ὑπέρημος καὶ σκοτώδης. (Plutarch, Publicola, chapter 4 1:2)

Synonyms

  1. dark

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION