- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σέλινον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: selinon 고전 발음: [셀리논] 신약 발음: [샐리논]

기본형: σέλινον σέλινου

형태분석: σελιν (어간) + ον (어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 파슬리
  1. parsley, "tis scarcely begun yet, "

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σέλινον

파슬리가

σελίνω

파슬리들이

σέλινα

파슬리들이

속격 σελίνου

파슬리의

σελίνοιν

파슬리들의

σελίνων

파슬리들의

여격 σελίνῳ

파슬리에게

σελίνοιν

파슬리들에게

σελίνοις

파슬리들에게

대격 σέλινον

파슬리를

σελίνω

파슬리들을

σέλινα

파슬리들을

호격 σέλινον

파슬리야

σελίνω

파슬리들아

σέλινα

파슬리들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐδ ἂν μαλακὴν φυρασάμενος τὴν φωνὴν πρὸς τὸν ἐραστὴν αὐτὸς ἑαυτὸν προαγωγεύων τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐβάδιζεν, οὐδ ἀνελέσθαι δειπνοῦντ ἐξῆν καὶ κεφάλαιον ῥαφανῖδος, οὐδ ἄννηθον τῶν πρεσβυτέρων ἁρπάζειν οὐδὲ σέλινον, οὐδ ὀψοφαγεῖν οὐδὲ κιχλίζειν οὐδ ἴσχειν τὼ πόδ ἐναλλάξ. (Aristophanes, Clouds, Agon, epirrheme9)

    (아리스토파네스, Clouds, Agon, epirrheme9)

  • σέλινον ἀναθεῖναι λέγονται, καὶ Τενέδιοι τὸν πέλεκυν ἀπὸ τῶν καρκίνων τῶν γιγνομένων περὶ τὸ καλούμενον Ἀστέριον παρ αὐτοῖς: (Plutarch, De Pythiae oraculis, section 12 2:1)

    (플루타르코스, De Pythiae oraculis, section 12 2:1)

  • βουλόμενος οὖν αὐτοὺς ἀπαλλάξαι τῆς δεισιδαιμονίας καὶ τὴν δυσελπιστίαν ἀφελεῖν ὁ Τιμολέων, ἐπιστήσας τὴν πορείαν ἄλλα τε πρέποντα τῷ καιρῷ διελέχθη, καὶ τὸν στέφανον αὐτοῖς ἔφη πρὸ τῆς νίκης κομιζόμενον αὐτομάτως εἰς τὰς χεῖρας ἥκειν, ᾧ Κορίνθιοι στεφανοῦσι τοὺς Ἴσθμια νικῶντας, ἱερὸν καὶ πάτριον τὸ στέμμα τοῦ σελίνου νομίζοντες, ἔτι γὰρ τότε τῶν Ἰσθμίων, ὥσπερ νῦν τῶν Νεμείων, τὸ σέλινον ἦν στέφανος, οὐ πάλαι δὲ ἡ πίτυς γέγονεν. (Plutarch, Timoleon, chapter 26 2:1)

    (플루타르코스, Timoleon, chapter 26 2:1)

  • ὥσπερ σέλινον οὖλα τὰ σκέλη φορεῖ. (Aristotle, Rhetoric, Book 3, chapter 11 13:5)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 3, chapter 11 13:5)

  • ὥσπερ σέλινον οὖλα τὰ σκέλη φορεῖν, "ᾠήθης δ ἂν οὐ σκέλη ἀλλὰ σέλινα ἔχειν, οὕτως οὖλα" . (Aristotle, Rhetoric, Book 3, chapter 11 15:5)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 3, chapter 11 15:5)

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION