Ancient Greek-English Dictionary Language

θρασύβουλος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: θρασύβουλος θρασύβουλον

Structure: θρασυβουλ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: boulh/

Sense

  1. bold in counsel

Examples

  • ὑμεῖσ γ’ οἵπερ καὶ Θρασυβούλῳ Διονύσιον εἶναι ὅμοιον. (Aristophanes, Plutus, Agon, epirrheme 1:12)
  • "καὶ ἀλλόκοτοσ φύσει, ἐπεὶ καὶ μειράκιον ὢν ἔτι, μύρου σπουδαίου Θρασυβούλῳ κομισθέντοσ, εἰσ ψυκτῆρα κατεράσασ μέγαν καὶ προσεγχέασ ἄκρατον ἐξέπιεν, ἔχθραν ἀντὶ φιλίασ Θρασυβούλῳ διαπεπραγμένοσ. (Plutarch, Septem sapientium convivium, chapter, section 3 14:1)
  • καὶ ἔδωκε γυναῖκα τῷ Θρασυβούλῳ τὴν παρθένον. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 32)
  • καὶ ἔδωκε γυναῖκα τῷ Θρασυβούλῳ τὴν παρθένον. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 32)

Synonyms

  1. bold in counsel

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION