Ancient Greek-English Dictionary Language

θητικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: θητικός θητική θητικόν

Structure: θητικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: qh/s

Sense

  1. of or for a hireling, menial

Examples

  • μιαρὸν γάρ τι φῦλον ἀνθρώπων καὶ ὡσ τὸ πολὺ δουλικὸν καὶ θητικόν, οὐ ξυγγενόμενον ἡμῖν ἐκ παίδων ὑπ’ ἀσχολίασ· (Lucian, Fugitivi, (no name) 12:3)
  • τὸ δὲ τοῦ μαχίμου ἕνεκα ἠθροισμένον, ὅσον θητικὸν ἢ ἰατρικὸν ἢ ἐμπορικὸν ἢ καπηλικόν. (Arrian, chapter 2 3:1)
  • τοῖσ δὲ τὸ θητικὸν τελοῦσιν ἐκκλησίασ καὶ δικαστηρίων μετέδωκε μόνον. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 7 3:3)
  • τοὺσ δ’ ἄλλουσ θητικόν, οὐδεμιᾶσ μετέχοντασ ἀρχῆσ. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 7 4:10)
  • διὸ καὶ νῦν ἐπειδὰν ἔρηται τὸν μέλλοντα κληροῦσθαί τιν’ ἀρχήν, ποῖον τέλοσ τελεῖ, οὐδ’ ἂν εἷσ εἴποι θητικόν. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 7 4:11)

Synonyms

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION