Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀθλοθέτης

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀθλοθέτης ἀθλοθέτες

Structure: ἀθλοθετη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: ti/qhmi

Sense

  1. one who awards the prize, the judge

Examples

  • φιλοτιμούμενοσ δ’ ὁ Περικλῆσ τότε πρῶτον ἐψηφίσατο μουσικῆσ ἀγῶνα τοῖσ Παναθηναίοισ ἄγεσθαι, καὶ διέταξεν αὐτὸσ ἀθλοθέτησ αἱρεθεὶσ καθότι χρὴ τοὺσ ἀγωνιζομένουσ αὐλεῖν ἢ ᾄδειν ἢ κιθαρίζειν. (Plutarch, , chapter 13 6:3)
  • τὸν δ’ εὐθὺσ στεφανοῦν ἀθλοθέτησ ἐκάλει. (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 11, chapter 3162)
  • δευτέρᾳ δὲ ἀπὸ ταύτησ Ὀλυμπιάδι προσετέθη καὶ ὁ δέκατοσ ἀθλοθέτησ. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 9 10:3)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION