- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θεάομαι?

α 축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: theaomai 고전 발음: [테아오마] 신약 발음: [태아오매]

기본형: θεάομαι

형태분석: θεά (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 관찰하다, 바라보다, 감시하다, 살피다
  1. I view, I watch, I observe.

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 θέωμαι

(나는) 관찰한다

θέᾳ

(너는) 관찰한다

θέαται

(그는) 관찰한다

쌍수 θέασθον

(너희 둘은) 관찰한다

θέασθον

(그 둘은) 관찰한다

복수 θεῶμεθα

(우리는) 관찰한다

θέασθε

(너희는) 관찰한다

θέωνται

(그들은) 관찰한다

접속법단수 θέωμαι

(나는) 관찰하자

θέῃ

(너는) 관찰하자

θέηται

(그는) 관찰하자

쌍수 θέησθον

(너희 둘은) 관찰하자

θέησθον

(그 둘은) 관찰하자

복수 θεώμεθα

(우리는) 관찰하자

θέησθε

(너희는) 관찰하자

θέωνται

(그들은) 관찰하자

기원법단수 θεῷμην

(나는) 관찰하기를 (바라다)

θέῳο

(너는) 관찰하기를 (바라다)

θέῳτο

(그는) 관찰하기를 (바라다)

쌍수 θέῳσθον

(너희 둘은) 관찰하기를 (바라다)

θεῷσθην

(그 둘은) 관찰하기를 (바라다)

복수 θεῷμεθα

(우리는) 관찰하기를 (바라다)

θέῳσθε

(너희는) 관찰하기를 (바라다)

θέῳντο

(그들은) 관찰하기를 (바라다)

명령법단수 θέω

(너는) 관찰해라

θεᾶσθω

(그는) 관찰해라

쌍수 θέασθον

(너희 둘은) 관찰해라

θεᾶσθων

(그 둘은) 관찰해라

복수 θέασθε

(너희는) 관찰해라

θεᾶσθων, θεᾶσθωσαν

(그들은) 관찰해라

부정사 θέασθαι

관찰하는 것

분사 남성여성중성
θεωμενος

θεωμενου

θεωμενη

θεωμενης

θεωμενον

θεωμενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐθεῶμην

(나는) 관찰하고 있었다

ἐθέω

(너는) 관찰하고 있었다

ἐθέατο

(그는) 관찰하고 있었다

쌍수 ἐθέασθον

(너희 둘은) 관찰하고 있었다

ἐθεᾶσθην

(그 둘은) 관찰하고 있었다

복수 ἐθεῶμεθα

(우리는) 관찰하고 있었다

ἐθέασθε

(너희는) 관찰하고 있었다

ἐθέωντο

(그들은) 관찰하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ τοίνυν, ὦ Κράτων, δεινήν τινα ταύτην κατηγορίαν ἐκ πολλοῦ, οἶμαι, παρεσκευασμένος κατηγόρηκας ὀρχήσεών τε καὶ αὐτῆς ὀρχηστικῆς, καὶ προσέτι ἡμῶν γε τῶν χαιρόντων τῇ τοιαύτῃ θέᾳ ὡς ἐπὶ φαύλῳ καὶ γυναικείῳ πράγματι μεγάλην σπουδὴν ποιουμένων, ἄκουσον ὅσον τοῦ ὀρθοῦ διημάρτηκας καὶ ὡς λέληθας σεαυτὸν τοῦ μεγίστου τῶν ἐν τῷ βίῳ ἀγαθῶν κατηγορῶν. (Lucian, De saltatione, (no name) 1:1)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 1:1)

  • ὥστε ἔγωγε πυθόμενος ὡς ἐπὶ τοιαύτῃ θέᾳ σχολάζοις, οὐκ ᾐδέσθην μόνον ὑπὲρ σοῦ ἀλλὰ καὶ ἠνιάθην εἰ Πλάτωνος καὶ Χρυσίππου καὶ Ἀριστοτέλους ἐκλαθόμενος κάθησαι τὸ ὅμοιον πεπονθὼς τοῖς τὰ ὦτα πτερῷ κνωμένοις, καὶ ταῦτα μυρίων ἄλλων ὄντων ἀκουσμάτων καὶ θεαμάτων σπουδαίων, εἰ τούτων τις δέοιτο, τῶν κυκλίων αὐλητῶν καὶ τῶν κιθάρᾳ τὰ ἔννομα προσᾳδόντων, καὶ μάλιστα τῆς σεμνῆς τραγῳδίας καὶ τῆς φαιδροτάτης κωμῳδίας, ἅπερ καὶ ἐναγώνια εἶναι ἠξίωται. (Lucian, De saltatione, (no name) 2:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 2:2)

  • ἐῶ λέγειν ὡς ἀμείνων τὸ ἦθος ὁμιλῶν τῇ τοιαύτῃ θέᾳ γενήσῃ, ὅταν ὁρᾷς ^ τὸ θέατρον μισοῦν μὲν τὰ κακῶς γιγνόμενα, ἐπιδακρῦον δὲ τοῖς ἀδικουμένοις, καὶ ὅλως τὰ ἤθη τῶν ὁρώντων παιδαγωγοῦν. (Lucian, De saltatione, (no name) 72:4)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 72:4)

  • πᾶσα δὲ γέννα Φρυγῶν πρὸς πύλας ὡρμάθη, πεύκᾳ ἐν οὐρεΐᾳ ξεστὸν λόχον Ἀργείων καὶ Δαρδανίας ἄταν θέᾳ δώσων, χάριν ἄζυγος ἀμβροτοπώλου: (Euripides, The Trojan Women, choral, antistrophe 11)

    (에우리피데스, The Trojan Women, choral, antistrophe 11)

  • ὡς δὲ τὴν φωνὴν αἰσθόμενος ἀνεβόησεν καὶ προσιόντος διαστείλας τὴν κόμην καὶ ἀπάγων τοῦ προσώπου αὐχμηρὰν καὶ συμπεπιλημένην ἔδειξεν αὑτὸν ὅστις ἦν, ἄμφω μὲν αὐτίκα πίπτουσιν ἰλιγγιάσαντες ἐπὶ τῇ ἀπροσδοκήτῳ θέᾳ. (Lucian, Toxaris vel amicitia, (no name) 29:6)

    (루키아노스, Toxaris vel amicitia, (no name) 29:6)

유의어

  1. 관찰하다

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION