헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πύρινος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πύρινος

형태분석: πυριν (어간) + ος (어미)

어원: pu=r

  1. 화염의, 불의, 불꽃을 내는
  2. 쓴, 씁쓸한, 고집센
  1. of or pertaining to fire, fiery
  2. (metaphoric) bitter, obstinate

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πύρινος

화염의 (이)가

πυρίνη

화염의 (이)가

πύρινον

화염의 (것)가

속격 πυρίνου

화염의 (이)의

πυρίνης

화염의 (이)의

πυρίνου

화염의 (것)의

여격 πυρίνῳ

화염의 (이)에게

πυρίνῃ

화염의 (이)에게

πυρίνῳ

화염의 (것)에게

대격 πύρινον

화염의 (이)를

πυρίνην

화염의 (이)를

πύρινον

화염의 (것)를

호격 πύρινε

화염의 (이)야

πυρίνη

화염의 (이)야

πύρινον

화염의 (것)야

쌍수주/대/호 πυρίνω

화염의 (이)들이

πυρίνᾱ

화염의 (이)들이

πυρίνω

화염의 (것)들이

속/여 πυρίνοιν

화염의 (이)들의

πυρίναιν

화염의 (이)들의

πυρίνοιν

화염의 (것)들의

복수주격 πύρινοι

화염의 (이)들이

πύριναι

화염의 (이)들이

πύρινα

화염의 (것)들이

속격 πυρίνων

화염의 (이)들의

πυρινῶν

화염의 (이)들의

πυρίνων

화염의 (것)들의

여격 πυρίνοις

화염의 (이)들에게

πυρίναις

화염의 (이)들에게

πυρίνοις

화염의 (것)들에게

대격 πυρίνους

화염의 (이)들을

πυρίνᾱς

화염의 (이)들을

πύρινα

화염의 (것)들을

호격 πύρινοι

화염의 (이)들아

πύριναι

화염의 (이)들아

πύρινα

화염의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ ἀναληφθεὶσ ἐν λαίλαπι πυρὸσ ἐν ἅρματι ἵππων πυρίνων. (Septuagint, Liber Sirach 48:9)

    (70인역 성경, Liber Sirach 48:9)

  • ἀφ’ ἧσ ἡμέρασ ἐκτίσθησ σύ. μετὰ τοῦ Χεροὺβ ἔθηκά σε ἐν ὄρει ἁγίῳ Θεοῦ, ἐγενήθησ ἐν μέσῳ λίθων πυρίνων. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 28:14)

    (70인역 성경, 에제키엘서 28:14)

  • ἀπὸ πλήθουσ τῆσ ἐμπορίασ σου ἔπλησασ τὰ ταμιεῖά σου ἀνομίασ καὶ ἥμαρτεσ καὶ ἐτραυματίσθησ ἀπὸ ὄρουσ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἤγαγέ σε τὸ Χεροὺβ ἐκ μέσου λίθων πυρίνων. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 28:16)

    (70인역 성경, 에제키엘서 28:16)

  • διττῶν γὰρ ὄμβρων ἐν αὐτῇ γινομένων καθ’ ἕκαστον ἔτοσ, τοῦ μὲν χειμερινοῦ, καθὰ παρὰ τοῖσ ἄλλοισ, ὁ σπόροσ τῶν πυρίνων γίνεται καρπῶν, τοῦ δ’ ἑτέρου κατὰ τὴν θερινὴν τροπὴν σπείρεσθαι συμβαίνει τὴν ὄρυζαν καὶ τὸν βόσπορον, ἔτι δὲ σήσαμον καὶ κέγχρον· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 2, chapter 36 4:2)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 2, chapter 36 4:2)

  • Ἑβδόμησ ἑβδομάδοσ διαγεγενημένησ μετὰ ταύτην τὴν θυσίαν, αὗται δ’ εἰσὶν αἱ τῶν ἑβδομάδων ἡμέραι τεσσαράκοντα καὶ ἐννέα, [τῇ πεντηκοστῇ], ἣν Ἑβραῖοι ἀσαρθὰ καλοῦσι, σημαίνει δὲ τοῦτο πεντηκοστήν, καθ’ ἣν προσάγουσι τῷ θεῷ ἄρτον ἀλφίτων μὲν πυρίνων ἀσσαρῶνασ δύο μετὰ ζύμησ γεγονότων, θυμάτων δὲ ἄρνασ δύο· (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 3 320:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 3 320:1)

유의어

  1. 화염의

관련어

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION