헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσσφάζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσσφάζω

형태분석: προς (접두사) + σφάζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to slay at

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσσφάζω

προσσφάζεις

προσσφάζει

쌍수 προσσφάζετον

προσσφάζετον

복수 προσσφάζομεν

προσσφάζετε

προσσφάζουσιν*

접속법단수 προσσφάζω

προσσφάζῃς

προσσφάζῃ

쌍수 προσσφάζητον

προσσφάζητον

복수 προσσφάζωμεν

προσσφάζητε

προσσφάζωσιν*

기원법단수 προσσφάζοιμι

προσσφάζοις

προσσφάζοι

쌍수 προσσφάζοιτον

προσσφαζοίτην

복수 προσσφάζοιμεν

προσσφάζοιτε

προσσφάζοιεν

명령법단수 προσσφάζε

προσσφαζέτω

쌍수 προσσφάζετον

προσσφαζέτων

복수 προσσφάζετε

προσσφαζόντων, προσσφαζέτωσαν

부정사 προσσφάζειν

분사 남성여성중성
προσσφαζων

προσσφαζοντος

προσσφαζουσα

προσσφαζουσης

προσσφαζον

προσσφαζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσσφάζομαι

προσσφάζει, προσσφάζῃ

προσσφάζεται

쌍수 προσσφάζεσθον

προσσφάζεσθον

복수 προσσφαζόμεθα

προσσφάζεσθε

προσσφάζονται

접속법단수 προσσφάζωμαι

προσσφάζῃ

προσσφάζηται

쌍수 προσσφάζησθον

προσσφάζησθον

복수 προσσφαζώμεθα

προσσφάζησθε

προσσφάζωνται

기원법단수 προσσφαζοίμην

προσσφάζοιο

προσσφάζοιτο

쌍수 προσσφάζοισθον

προσσφαζοίσθην

복수 προσσφαζοίμεθα

προσσφάζοισθε

προσσφάζοιντο

명령법단수 προσσφάζου

προσσφαζέσθω

쌍수 προσσφάζεσθον

προσσφαζέσθων

복수 προσσφάζεσθε

προσσφαζέσθων, προσσφαζέσθωσαν

부정사 προσσφάζεσθαι

분사 남성여성중성
προσσφαζομενος

προσσφαζομενου

προσσφαζομενη

προσσφαζομενης

προσσφαζομενον

προσσφαζομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to slay at

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION