- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολύπτυχος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: polyptychos 고전 발음: [뽈륍뛰코] 신약 발음: [뽈뤼뛰코]

기본형: πολύπτυχος πολύπτυχον

형태분석: πολυπτυχ (어간) + ος (어미)

  1. of or with many folds

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολύπτυχος

(이)가

πολύπτυχον

(것)가

속격 πολυπτύχου

(이)의

πολυπτύχου

(것)의

여격 πολυπτύχῳ

(이)에게

πολυπτύχῳ

(것)에게

대격 πολύπτυχον

(이)를

πολύπτυχον

(것)를

호격 πολύπτυχε

(이)야

πολύπτυχον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυπτύχω

(이)들이

πολυπτύχω

(것)들이

속/여 πολυπτύχοιν

(이)들의

πολυπτύχοιν

(것)들의

복수주격 πολύπτυχοι

(이)들이

πολύπτυχα

(것)들이

속격 πολυπτύχων

(이)들의

πολυπτύχων

(것)들의

여격 πολυπτύχοις

(이)들에게

πολυπτύχοις

(것)들에게

대격 πολυπτύχους

(이)들을

πολύπτυχα

(것)들을

호격 πολύπτυχοι

(이)들아

πολύπτυχα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ εἰς καιρὸν οὑτοσὶ αὐτὸς ἐμπολήσας γε, ὡς ὁρῶ, πυριάτην τέ τινα καὶ ἐγκρυφίας καὶ γήτεια καὶ φύκας ^ καὶ οἶβον τουτονὶ καὶ λωγάνιον καὶ τοῦ βοὸς τὸ πολύπτυχον ἔγκατον καὶ φώκτας. (Lucian, Lexiphanes, (no name) 2:14)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 2:14)

  • εἴπατε δ, ὡς τὰ πρῶτα θεοὶ καὶ γαῖα γένοντο καὶ ποταμοὶ καὶ πόντος ἀπείριτος, οἴδματι θυίων, ἄστρα τε λαμπετόωντα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθεν οἵ τ ἐκ τῶν ἐγένοντο θεοί, δωτῆρες ἐάων ὥς τ ἄφενος δάσσαντο καὶ ὡς τιμὰς διέλοντο ἠδὲ καὶ ὡς τὰ πρῶτα πολύπτυχον ἔσχον Ὄλυμπον. (Hesiod, Theogony, Book Th. 12:3)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 12:3)

  • Αἰνείαν δ ἄρ ἔτικτεν ἐυστέφανος Κυθέρεια Ἀγχίσῃ ἡρ´ωι μιγεῖς ἐρατῇ φιλότητι Ἴδης ἐν κορυφῇσι πολυπτύχου ὑληέσσης. (Hesiod, Theogony, Book Th. 111:1)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 111:1)

  • καὶ δειλίαν γὰρ καὶ κάκην κεκτήσομαι Ἄργει τε Φωκέων τ ἐν πολυπτύχῳ χθονί, δόξω δὲ τοῖς πολλοῖσι - πολλοὶ γὰρ κακοί - προδοὺς σεσῷσθαί ς αὐτὸς εἰς οἴκους μόνος ἢ καὶ φονεύσας ἐπὶ νοσοῦσι δώμασι ῥάψαι μόρον σοι σῆς τυραννίδος χάριν, ἔγκληρον ὡς δὴ σὴν κασιγνήτην γαμῶν. (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, lyric 1:19)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, lyric 1:19)

  • τορωρυγμένον, ᾗ ἐντέτμηται, κατωτέρω εἰή τῆς Ῥάχιος τοῦ ἀνθρώπου, ὁκόσῳ ἂν δοκέῃ μετρίως ἔχειν, σανὶς δὲ φιλυρίνη, μὴ λεπτὴ, ἐνείη, ἢ καὶ ἄλλου τινὸς ξύλου‧ ἔπειτα ἐπὶ τὸ ὕβωμα ἐπιτεθείη ἢ τρύχιόν τι πολύπτυχον, ἢ σμικρόν τι σκύτινον ὑποκεφάλαιον‧ ὡς ἐλάχιστα μὴν ἐπικεῖσθαι ξυμφέρει, μόνον προμηθεόμενον, ὡς μὴ ἡ σανὶς ὑπὸ σκληρότητος ὀδύνην παρὰ καιρὸν προσπαρέχῃ‧ κατ ἴξιν δὲ ἔστω ὡς μάλιστα τῇ ἐντομῇ τῇ ἐς τὸν τοῖχον, τὸ ὕβωμα, ὡς ἂν ἡ σανὶς, ᾗ μάλιστα ἐξέστηκε, ταύτῃ μάλιστα πιέζῃ ἐπιτεθεῖσα. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 47.12)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 47.12)

유의어

  1. of or with many folds

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION