Ancient Greek-English Dictionary Language

περιφερής

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: περιφερής περιφερές

Structure: περιφερη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: perife/romai

Sense

  1. moving round, surrounding
  2. surrounded by
  3. round, circular, spherical, globular, rounded

Examples

  • πόδεσ δὲ οἱ περιφερεῖσ καὶ στερροὶ κράτιστοι. (Arrian, Cynegeticus, chapter 5 11:3)
  • ἡ χρόα τετραμμένη, οἱ ὀφθαλμοὶ περιφερεῖσ, κόμη ἀνασοβουμένη, κίνημα κορυβαντῶδεσ, καὶ ὅλωσ κατόχιμα πάντα καὶ φρικώδη καὶ μυστικά. (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 30:15)
  • Ἑλλησπόντιοι δὲ σικύασ μὲν τὰσ μακρὰσ καλοῦσι, κολοκύντασ δὲ τὰσ περιφερεῖσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 5222)
  • "εἰσὶ δ’ αὐτῶν καὶ αἱ κεφαλαὶ τῷ σχήματι περιφερεῖσ, ὧν ἡ μὲν ὅλη περιγραφὴ παραπλησία ῥόδοισ ἐπὶ μικρὸν ἀναπεπταμένοισ ἐστίν, περὶ δὲ τὸν προσαγορευόμενον κάλαθον οὐχ ἕλικεσ, καθάπερ ἐπὶ τῶν Ἑλληνικῶν, καὶ φύλλα τραχέα περίκειται, λωτῶν δὲ ποταμίων κάλυκεσ καὶ φοινίκων ἀρτιβλάστων καρπὸσ · (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3739)
  • διὰ τί δὲ τὰ μὲν προμήκεισ τὰ δὲ γωνιώδεισ τὰ δὲ στρογγύλουσ καὶ περιφερεῖσ ἐκδίδωσι καρπούσ. (Plutarch, De curiositate, section 5 2:1)

Synonyms

  1. moving round

  2. surrounded by

  3. round

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION