- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πάνσοφος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: pansophos 고전 발음: [빤소포] 신약 발음: [빤소포]

기본형: πάνσοφος

형태분석: πανσοφ (어간) + ος (어미)

  1. very wise, very learned

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πάνσοφος

(이)가

πάνσοφον

(것)가

속격 πανσόφου

(이)의

πανσόφου

(것)의

여격 πανσόφῳ

(이)에게

πανσόφῳ

(것)에게

대격 πάνσοφον

(이)를

πάνσοφον

(것)를

호격 πάνσοφε

(이)야

πάνσοφον

(것)야

쌍수주/대/호 πανσόφω

(이)들이

πανσόφω

(것)들이

속/여 πανσόφοιν

(이)들의

πανσόφοιν

(것)들의

복수주격 πάνσοφοι

(이)들이

πάνσοφα

(것)들이

속격 πανσόφων

(이)들의

πανσόφων

(것)들의

여격 πανσόφοις

(이)들에게

πανσόφοις

(것)들에게

대격 πανσόφους

(이)들을

πάνσοφα

(것)들을

호격 πάνσοφοι

(이)들아

πάνσοφα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ διατί ὁ πάνσοφος ἡμῶν πατὴρ Ἰακὼβ τοὺς περὶ Συμεὼν καὶ Λευΐν αἰτιᾶται, μὴ λογισμῷ τοὺς Σικιμίτας ἐθνηδὸν ἀποσφάξαντας λέγων. ἐπικατάρατος ὁ θυμὸς αὐτῶν; (Septuagint, Liber Maccabees IV 2:19)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 2:19)

  • οὐκ ἀγνοεῖτε δὲ τὰ τῆς ἀδελφότητος φίλτρα, ἅπερ ἡ θεία καὶ πάνσοφος πρόνοια διὰ τῶν πατέρων τοῖς γενομένοις ἐμέρισε καὶ διὰ τῆς μητρῴας φυτεύσασα γαστρός, (Septuagint, Liber Maccabees IV 13:19)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 13:19)

  • τέρψιας ὀρχηθμοῖο Πολύμνια πάνσοφος εὑρ῀εν [ἁρμονίην πάσῃσι Πολύμνια δῶκεν ἀοιδαῖς: (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 504 1:3)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 504 1:3)

  • τοῦτο ἰδὼν τὸ λοετρὸν ὁ πάνσοφος εἶπεν Ὅμηρος: (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 6361)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 6361)

  • ἴδ ὡς ἐδίδαξεν ἀνάγκα πάνσοφος ἐξευρεῖν ἔκλυσιν Αἴδεω. (Unknown, Greek Anthology, book 6, chapter 219 4:1)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 6, chapter 219 4:1)

유의어

  1. very wise

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION