μᾶλλον?
부사;
자동번역
로마알파벳 전사: māllon
고전 발음: [말:론]
신약 발음: [말론]
기본형:
μᾶλλον
어원: comp. of
μάλα; v.
μάλα II.
뜻
- 보다, 더, 차라리, 꽤
- 꽤, 차라리, 보다
- (comparative) more, more strongly, rather
- (strengthened)
- (joined to a second comparative)
- (in the phrase μᾶλλον δέ (mâllon dé)) much more, rather
- (in the phrase οὐδὲν μᾶλλον (oudèn mâllon))
- εἶπαν δὲ αὐτῷ. ἀπόστα ἐκεῖ. εἰσῆλθες παροικεῖν. μὴ καὶ κρίσιν κρίνειν; νῦν οὖν σὲ κακώσωμεν μᾶλλον ἢ ἐκείνους. καὶ παρεβιάζοντο τὸν ἄνδρα τὸν Λὼτ σφόδρα. καὶ ἤγγισαν συντρίψαι τὴν θύραν. (Septuagint, Liber Genesis 19:9)
(70인역 성경, 창세기 19:9)
- καὶ εἰσῆλθε πρὸς Ραχήλ. ἠγάπησε δὲ Ραχὴλ μᾶλλον ἢ Λείαν. καὶ ἐδούλευσεν αὐτῷ ἑπτὰ ἔτη ἕτερα. (Septuagint, Liber Genesis 29:30)
(70인역 성경, 창세기 29:30)
- καὶ οἱ ἄνθρωποι οἱ συναναβάντες μετ αὐτοῦ εἶπαν. οὐκ ἀναβαίνομεν, ὅτι οὐ μὴ δυνώμεθα ἀναβῆναι πρὸς τὸ ἔθνος, ὅτι ἰσχυρότερον ἡμῶν ἐστι μᾶλλον. (Septuagint, Liber Numeri 13:32)
(70인역 성경, 민수기 13:32)
- πατάξω αὐτοὺς θανάτῳ καὶ ἀπολῶ αὐτοὺς καὶ ποιήσω σὲ καὶ τὸν οἶκον τοῦ πατρός σου εἰς ἔθνος μέγα καὶ πολὺ μᾶλλον ἢ τοῦτο. (Septuagint, Liber Numeri 14:12)
(70인역 성경, 민수기 14:12)
- ΑΚΟΥΕ, Ἰσραήλ. σὺ διαβαίνεις σήμερον τὸν Ἰορδάνην εἰσελθεῖν κληρονομῆσαι ἔθνη μεγάλα καὶ ἰσχυρότερα μᾶλλον ἢ ὑμεῖς, πόλεις μεγάλας καὶ τειχήρεις ἕως τοῦ οὐρανοῦ, (Septuagint, Liber Deuteronomii 9:1)
(70인역 성경, 신명기 9:1)