- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λυρικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: lyrikos 고전 발음: [뤼리꼬] 신약 발음: [뤼리꼬]

기본형: λυρικός λυρική λυρικόν

형태분석: λυρικ (어간) + ος (어미)

  1. of or for the lyre, lyric
  2. a lyrist

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 λυρικός

(이)가

λυρική

(이)가

λυρικόν

(것)가

속격 λυρικοῦ

(이)의

λυρικῆς

(이)의

λυρικοῦ

(것)의

여격 λυρικῷ

(이)에게

λυρικῇ

(이)에게

λυρικῷ

(것)에게

대격 λυρικόν

(이)를

λυρικήν

(이)를

λυρικόν

(것)를

호격 λυρικέ

(이)야

λυρική

(이)야

λυρικόν

(것)야

쌍수주/대/호 λυρικώ

(이)들이

λυρικά

(이)들이

λυρικώ

(것)들이

속/여 λυρικοῖν

(이)들의

λυρικαῖν

(이)들의

λυρικοῖν

(것)들의

복수주격 λυρικοί

(이)들이

λυρικαί

(이)들이

λυρικά

(것)들이

속격 λυρικῶν

(이)들의

λυρικῶν

(이)들의

λυρικῶν

(것)들의

여격 λυρικοῖς

(이)들에게

λυρικαῖς

(이)들에게

λυρικοῖς

(것)들에게

대격 λυρικούς

(이)들을

λυρικάς

(이)들을

λυρικά

(것)들을

호격 λυρικοί

(이)들아

λυρικαί

(이)들아

λυρικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μιαρὸν τὸ φῦλον, ὑποκριταὶ φιλίας, ἄγευστοι παρρησίας, πλουσίων μὲν κόλακες πενήτων δ ὑπερόπται, ὡς ἐκ λυρικῆς τέχνης ἐπὶ τοὺς: (Plutarch, De liberis educandis, section 17 13:1)

    (플루타르코스, De liberis educandis, section 17 13:1)

  • τρεῖς δ εἰσὶ τῆς σκηνικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις, τραγική, κωμική, σατυρική, ὁμοίως δὲ καὶ τῆς λυρικῆς ποιήσεως τρεῖς, πυρρίχη, γυμνοπαιδική, ὑπορχηματική. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 28 2:7)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 28 2:7)

  • ἆρα οὖν ἄξιὸν ἔστι, ταῦτα συγχωροῦντας ἐπὶ τούτων, ἀπιστεῖν εἰ Ζαλεύκῳ καὶ Μίνῳ καὶ Ζωροάστρῃ καὶ Νομᾷ καὶ Λυκούργῳ βασιλείας κυβερνῶσι καὶ πολιτείας διακοσμοῦσιν εἰς τὸ αὐτὸ ἐφοίτα τὸ δαιμόνιον, ἢ τούτοις μὲν εἰκὸς ἔστι καὶ σπουδάζοντας θεοὺς ὁμιλεῖν ἐπὶ διδασκαλίᾳ καὶ παραινέσει τῶν βελτίστων, ποιηταῖς δὲ καὶ λυρικοῖς μινυρίζουσιν, εἴπερ ρ ἄρα, χρῆσθαι παίζοντας· (Plutarch, Numa, chapter 4 7:1)

    (플루타르코스, Numa, chapter 4 7:1)

  • ἕνα δὲ τῶν νομιζομένων ἐκεῖ σοφῶν καὶ πολιτικῶν χάριτι καὶ φιλίᾳ πείσας ἀπέστειλεν εἰς τὴν Σπάρτην, Θάλητα, ποιητὴν μὲν δοκοῦντα λυρικῶν μελῶν καὶ πρόσχημα τὴν τέχνην ταύτην πεποιημένον, ἔργῳ δὲ ἅπερ οἱ κράτιστοι τῶν νομοθετῶν διαπραττό- μενον. (Plutarch, Lycurgus, chapter 4 1:3)

    (플루타르코스, Lycurgus, chapter 4 1:3)

  • "τῶν γὰρ κατὰ τὴν αὑτοῦ ἡλικίαν φησὶ Τελεσίᾳ τῷ Θηβαίῳ συμβῆναι νέῳ μὲν ὄντι τραφῆναι ἐν τῇ καλλίστῃ μουσικῇ καὶ μαθεῖν ἄλλα τε τῶν εὐδοκιμούντων καὶ δὴ καὶ τὰ Πινδάρου, τὰ τε Διονυσίου τοῦ Θηβαίου καὶ τὰ Λάμπρου καὶ τὰ Πρατίνου καὶ τῶν λοιπῶν, ὅσοι τῶν λυρικῶν ἄνδρες ἐγένοντο ποιηταὶ κρουμάτων ἀγαθοί: (Pseudo-Plutarch, De musica, section 312)

    (위 플루타르코스, De musica, section 312)

  • τραγικὸς καὶ λυρικὸς καὶ φιλόσοφος, υἱὸς Ὀρφονένους, ἐπίκλησιν δὲ Ξούθου. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , section9)

    (작자 미상, 비가, , section9)

  • δεύτερος ποιητὴς λυρικός, οὗ ἐστι τῶν δώδεκα θεῶν ἐγκώμιον: (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, Q, Kef. a'. HRAKLEITOS 17:3)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, Q, Kef. a'. HRAKLEITOS 17:3)

유의어

  1. of or for the lyre

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION