헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κατάπονος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κατάπονος κατάπονον

형태분석: καταπον (어간) + ος (어미)

  1. 지친, 피곤한, 입은
  1. tired, wearied

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 κατάπονος

지친 (이)가

κατάπονον

지친 (것)가

속격 καταπόνου

지친 (이)의

καταπόνου

지친 (것)의

여격 καταπόνῳ

지친 (이)에게

καταπόνῳ

지친 (것)에게

대격 κατάπονον

지친 (이)를

κατάπονον

지친 (것)를

호격 κατάπονε

지친 (이)야

κατάπονον

지친 (것)야

쌍수주/대/호 καταπόνω

지친 (이)들이

καταπόνω

지친 (것)들이

속/여 καταπόνοιν

지친 (이)들의

καταπόνοιν

지친 (것)들의

복수주격 κατάπονοι

지친 (이)들이

κατάπονα

지친 (것)들이

속격 καταπόνων

지친 (이)들의

καταπόνων

지친 (것)들의

여격 καταπόνοις

지친 (이)들에게

καταπόνοις

지친 (것)들에게

대격 καταπόνους

지친 (이)들을

κατάπονα

지친 (것)들을

호격 κατάπονοι

지친 (이)들아

κατάπονα

지친 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Φάβιοσ δὲ τῶν πρώτων ἐχόμενοσ λογισμῶν ἐκείνων ἤλπιζε μηδενὸσ μαχομένου μηδ’ ἐρεθίζοντοσ τὸν Ἀννίβαν αὐτὸν ἐπηρεάσειν ἑαυτῷ καὶ κατατριβήσεσθαι περὶ τὸν πόλεμον, ὥσπερ ἀθλητικοῦ σώματοσ τῆσ δυνάμεωσ ὑπερτόνου γενομένησ καὶ καταπόνου, ταχύτατα τὴν ἀκμὴν ἀποβαλόντα. (Plutarch, Fabius Maximus, chapter 19 3:1)

    (플루타르코스, Fabius Maximus, chapter 19 3:1)

유의어

  1. 지친

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION