헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιρροή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιρροή

형태분석: ἐπιρρο (어간) + η (어미)

어원: e)pirre/w

  1. 유입, 쇄도
  1. afflux, influx

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐπιρροή

유입이

ἐπιρροᾱ́

유입들이

ἐπιρροαί

유입들이

속격 ἐπιρροῆς

유입의

ἐπιρροαῖν

유입들의

ἐπιρροῶν

유입들의

여격 ἐπιρροῇ

유입에게

ἐπιρροαῖν

유입들에게

ἐπιρροαῖς

유입들에게

대격 ἐπιρροήν

유입을

ἐπιρροᾱ́

유입들을

ἐπιρροᾱ́ς

유입들을

호격 ἐπιρροή

유입아

ἐπιρροᾱ́

유입들아

ἐπιρροαί

유입들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ’ ἄρα τοίγε ἤματα μὲν στρεύγοντο περιβληχρὸν βαρύθοντεσ ὀδμῇ λευγαλέῃ, τήν ῥ’ ἄσχετον ἐξανίεσκον τυφομένου Φαέθοντοσ ἐπιρροαὶ Ἠριδανοῖο· (Apollodorus, Argonautica, book 4 10:33)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 4 10:33)

  • ῥεῖ δ’ ἐκ τοῦ Τήμνου ποταμὸσ Μύσιοσ ἐμβάλλων εἰσ τὸν Κάικον ὑπὸ ταῖσ πηγαῖσ αὐτοῦ, ἀφ’ οὗ δέχονταί τινεσ εἰπεῖν Αἰσχύλον κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ ἐν Μυρμιδόσι προλόγου ἰὼ Κάικε Μύσιαί τ’ ἐπιρροαί. (Strabo, Geography, Book 13, chapter 1 119:8)

    (스트라본, 지리학, Book 13, chapter 1 119:8)

  • Ἐπὴν δὲ περιβάλλῃ κατὰ τωὐτὸ δὶσ ἢ τρὶσ, ἐπὶ τὸ ἄνω νεμέσθω ἐπιδέων, ἵνα αἱ ἐπιῤῬοαὶ τοῦ αἵματοσ ἀπολαμβάνωνται, καὶ τελευτησάτω κεῖθι‧ χρὴ δὲ μὴ μακρὰ εἶναι τὰ πρῶτα ὀθόνια. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 4.5)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 4.5)

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION