헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιγράφω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιγράφω ἐπιγράψω

형태분석: ἐπι (접두사) + γράφ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 뜯다, 스치다, 방목하다, 풀을 뜯다
  2. 표시하다, 찍다, 묘사하다, 긋다
  3. 선택하다, 고르다, 택하다
  4. 있다, 돌보다, 함께하다, 빌리다, 있으시다
  5. 가정하다, 짐작하다
  1. to mark the surface, just pierce, graze
  2. to mark, put a mark on, writing.
  3. to write upon, inscribe, to be inscribed upon, hadst, painted on thy shield
  4. to set down, in the title, the damages claimed
  5. to register, to have one's, registered, had them registered
  6. to choose, and have his name entered
  7. to lend, to, to endorse, to inscribe one's name
  8. to assume

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιγράφω

(나는) 뜯는다

ἐπιγράφεις

(너는) 뜯는다

ἐπιγράφει

(그는) 뜯는다

쌍수 ἐπιγράφετον

(너희 둘은) 뜯는다

ἐπιγράφετον

(그 둘은) 뜯는다

복수 ἐπιγράφομεν

(우리는) 뜯는다

ἐπιγράφετε

(너희는) 뜯는다

ἐπιγράφουσιν*

(그들은) 뜯는다

접속법단수 ἐπιγράφω

(나는) 뜯자

ἐπιγράφῃς

(너는) 뜯자

ἐπιγράφῃ

(그는) 뜯자

쌍수 ἐπιγράφητον

(너희 둘은) 뜯자

ἐπιγράφητον

(그 둘은) 뜯자

복수 ἐπιγράφωμεν

(우리는) 뜯자

ἐπιγράφητε

(너희는) 뜯자

ἐπιγράφωσιν*

(그들은) 뜯자

기원법단수 ἐπιγράφοιμι

(나는) 뜯기를 (바라다)

ἐπιγράφοις

(너는) 뜯기를 (바라다)

ἐπιγράφοι

(그는) 뜯기를 (바라다)

쌍수 ἐπιγράφοιτον

(너희 둘은) 뜯기를 (바라다)

ἐπιγραφοίτην

(그 둘은) 뜯기를 (바라다)

복수 ἐπιγράφοιμεν

(우리는) 뜯기를 (바라다)

ἐπιγράφοιτε

(너희는) 뜯기를 (바라다)

ἐπιγράφοιεν

(그들은) 뜯기를 (바라다)

명령법단수 ἐπιγράφε

(너는) 뜯어라

ἐπιγραφέτω

(그는) 뜯어라

쌍수 ἐπιγράφετον

(너희 둘은) 뜯어라

ἐπιγραφέτων

(그 둘은) 뜯어라

복수 ἐπιγράφετε

(너희는) 뜯어라

ἐπιγραφόντων, ἐπιγραφέτωσαν

(그들은) 뜯어라

부정사 ἐπιγράφειν

뜯는 것

분사 남성여성중성
ἐπιγραφων

ἐπιγραφοντος

ἐπιγραφουσα

ἐπιγραφουσης

ἐπιγραφον

ἐπιγραφοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιγράφομαι

(나는) 뜯힌다

ἐπιγράφει, ἐπιγράφῃ

(너는) 뜯힌다

ἐπιγράφεται

(그는) 뜯힌다

쌍수 ἐπιγράφεσθον

(너희 둘은) 뜯힌다

ἐπιγράφεσθον

(그 둘은) 뜯힌다

복수 ἐπιγραφόμεθα

(우리는) 뜯힌다

ἐπιγράφεσθε

(너희는) 뜯힌다

ἐπιγράφονται

(그들은) 뜯힌다

접속법단수 ἐπιγράφωμαι

(나는) 뜯히자

ἐπιγράφῃ

(너는) 뜯히자

ἐπιγράφηται

(그는) 뜯히자

쌍수 ἐπιγράφησθον

(너희 둘은) 뜯히자

ἐπιγράφησθον

(그 둘은) 뜯히자

복수 ἐπιγραφώμεθα

(우리는) 뜯히자

ἐπιγράφησθε

(너희는) 뜯히자

ἐπιγράφωνται

(그들은) 뜯히자

기원법단수 ἐπιγραφοίμην

(나는) 뜯히기를 (바라다)

ἐπιγράφοιο

(너는) 뜯히기를 (바라다)

ἐπιγράφοιτο

(그는) 뜯히기를 (바라다)

쌍수 ἐπιγράφοισθον

(너희 둘은) 뜯히기를 (바라다)

ἐπιγραφοίσθην

(그 둘은) 뜯히기를 (바라다)

복수 ἐπιγραφοίμεθα

(우리는) 뜯히기를 (바라다)

ἐπιγράφοισθε

(너희는) 뜯히기를 (바라다)

ἐπιγράφοιντο

(그들은) 뜯히기를 (바라다)

명령법단수 ἐπιγράφου

(너는) 뜯혀라

ἐπιγραφέσθω

(그는) 뜯혀라

쌍수 ἐπιγράφεσθον

(너희 둘은) 뜯혀라

ἐπιγραφέσθων

(그 둘은) 뜯혀라

복수 ἐπιγράφεσθε

(너희는) 뜯혀라

ἐπιγραφέσθων, ἐπιγραφέσθωσαν

(그들은) 뜯혀라

부정사 ἐπιγράφεσθαι

뜯히는 것

분사 남성여성중성
ἐπιγραφομενος

ἐπιγραφομενου

ἐπιγραφομενη

ἐπιγραφομενης

ἐπιγραφομενον

ἐπιγραφομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπέγραφον

(나는) 뜯고 있었다

ἐπέγραφες

(너는) 뜯고 있었다

ἐπέγραφεν*

(그는) 뜯고 있었다

쌍수 ἐπεγράφετον

(너희 둘은) 뜯고 있었다

ἐπεγραφέτην

(그 둘은) 뜯고 있었다

복수 ἐπεγράφομεν

(우리는) 뜯고 있었다

ἐπεγράφετε

(너희는) 뜯고 있었다

ἐπέγραφον

(그들은) 뜯고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεγραφόμην

(나는) 뜯히고 있었다

ἐπεγράφου

(너는) 뜯히고 있었다

ἐπεγράφετο

(그는) 뜯히고 있었다

쌍수 ἐπεγράφεσθον

(너희 둘은) 뜯히고 있었다

ἐπεγραφέσθην

(그 둘은) 뜯히고 있었다

복수 ἐπεγραφόμεθα

(우리는) 뜯히고 있었다

ἐπεγράφεσθε

(너희는) 뜯히고 있었다

ἐπεγράφοντο

(그들은) 뜯히고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Σωτάδησ δ’, οὐχ ὁ τῶν Ιὠνικῶν ᾀσμάτων ποιητὴσ ὁ Μαρωνίτησ, ἀλλ’ ὁ τῆσ μέσησ κωμῳδίασ, ποιεῖ καὶ αὐτὸσ ἐν Ἐγκλειομέναισ οὕτω γὰρ ἐπιγράφειΣ32 τὸ δρᾶμα τοιάδε μάγειρον λέγοντα· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 411)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 411)

  • "ἐπεὶ δ’ ἡμῖν τὸ Λύσιδοσ δαιμόνιον ἤδη τεθνηκότοσ ἐναργῶσ προϋπέφαινε τὴν τελευτήν, καὶ τὰσ παρ’ ὑμῖν, ὦ Πολύμνι, θεραπείασ καὶ διαίτασ τἀνδρὸσ οἱ σαφῶσ εἰδότεσ ἀπήγγελλον, ὅτι πλουσίασ ἐν οἴκῳ πένητι γηροκομίασ τυχὼν καὶ πατὴρ τῶν σῶν υἱέων ἐπιγραφεὶσ οἴχοιτο μακαριστόσ, ἀπεστάλην ἐγὼ νέοσ καὶ εἷσ ὑπὸ πολλῶν καὶ πρεσβυτέρων, ἐχόντων οὐκ ἔχουσι χρήματα διδόντων, πολλὴν χάριν καὶ φιλίαν ἀντιλαμβανόντων. (Plutarch, De genio Socratis, section 13 6:13)

    (플루타르코스, De genio Socratis, section 13 6:13)

유의어

  1. 표시하다

  2. 가정하다

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION