헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπαναπλέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπαναπλέω ἐπαναπλεύσομαι

형태분석: ἐπ (접두사) + ἀνα (접두사) + πλέϝ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 둘러보다, 살펴보다, 무서워하다
  2. 있다, 돌보다, 함께하다, 있으시다, 쳐다보다
  1. to put to sea against, for
  2. to sail back again
  3. floats upwards, rises, to, tongue

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπαναπλέω

(나는) 둘러본다

ἐπαναπλεῖς

(너는) 둘러본다

ἐπαναπλεῖ

(그는) 둘러본다

쌍수 ἐπαναπλεῖτον

(너희 둘은) 둘러본다

ἐπαναπλεῖτον

(그 둘은) 둘러본다

복수 ἐπαναπλέομεν

(우리는) 둘러본다

ἐπαναπλεῖτε

(너희는) 둘러본다

ἐπαναπλέουσιν*

(그들은) 둘러본다

접속법단수 ἐπαναπλέω

(나는) 둘러보자

ἐπαναπλῇς

(너는) 둘러보자

ἐπαναπλῇ

(그는) 둘러보자

쌍수 ἐπαναπλῆτον

(너희 둘은) 둘러보자

ἐπαναπλῆτον

(그 둘은) 둘러보자

복수 ἐπαναπλέωμεν

(우리는) 둘러보자

ἐπαναπλῆτε

(너희는) 둘러보자

ἐπαναπλέωσιν*

(그들은) 둘러보자

기원법단수 ἐπαναπλέοιμι

(나는) 둘러보기를 (바라다)

ἐπαναπλέοις

(너는) 둘러보기를 (바라다)

ἐπαναπλέοι

(그는) 둘러보기를 (바라다)

쌍수 ἐπαναπλέοιτον

(너희 둘은) 둘러보기를 (바라다)

ἐπαναπλεοίτην

(그 둘은) 둘러보기를 (바라다)

복수 ἐπαναπλέοιμεν

(우리는) 둘러보기를 (바라다)

ἐπαναπλέοιτε

(너희는) 둘러보기를 (바라다)

ἐπαναπλέοιεν

(그들은) 둘러보기를 (바라다)

명령법단수 ἐπαναπλεῖ

(너는) 둘러봐라

ἐπαναπλείτω

(그는) 둘러봐라

쌍수 ἐπαναπλεῖτον

(너희 둘은) 둘러봐라

ἐπαναπλείτων

(그 둘은) 둘러봐라

복수 ἐπαναπλεῖτε

(너희는) 둘러봐라

ἐπαναπλεόντων, ἐπαναπλείτωσαν

(그들은) 둘러봐라

부정사 ἐπαναπλεῖν

둘러보는 것

분사 남성여성중성
ἐπαναπλεων

ἐπαναπλεοντος

ἐπαναπλεουσα

ἐπαναπλεουσης

ἐπαναπλεον

ἐπαναπλεοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπαναπλέομαι

(나는) 둘러봐진다

ἐπαναπλεῖ, ἐπαναπλῇ

(너는) 둘러봐진다

ἐπαναπλεῖται

(그는) 둘러봐진다

쌍수 ἐπαναπλεῖσθον

(너희 둘은) 둘러봐진다

ἐπαναπλεῖσθον

(그 둘은) 둘러봐진다

복수 ἐπαναπλεόμεθα

(우리는) 둘러봐진다

ἐπαναπλεῖσθε

(너희는) 둘러봐진다

ἐπαναπλέονται

(그들은) 둘러봐진다

접속법단수 ἐπαναπλέωμαι

(나는) 둘러봐지자

ἐπαναπλῇ

(너는) 둘러봐지자

ἐπαναπλῆται

(그는) 둘러봐지자

쌍수 ἐπαναπλῆσθον

(너희 둘은) 둘러봐지자

ἐπαναπλῆσθον

(그 둘은) 둘러봐지자

복수 ἐπαναπλεώμεθα

(우리는) 둘러봐지자

ἐπαναπλῆσθε

(너희는) 둘러봐지자

ἐπαναπλέωνται

(그들은) 둘러봐지자

기원법단수 ἐπαναπλεοίμην

(나는) 둘러봐지기를 (바라다)

ἐπαναπλέοιο

(너는) 둘러봐지기를 (바라다)

ἐπαναπλέοιτο

(그는) 둘러봐지기를 (바라다)

쌍수 ἐπαναπλέοισθον

(너희 둘은) 둘러봐지기를 (바라다)

ἐπαναπλεοίσθην

(그 둘은) 둘러봐지기를 (바라다)

복수 ἐπαναπλεοίμεθα

(우리는) 둘러봐지기를 (바라다)

ἐπαναπλέοισθε

(너희는) 둘러봐지기를 (바라다)

ἐπαναπλέοιντο

(그들은) 둘러봐지기를 (바라다)

명령법단수 ἐπαναπλέου

(너는) 둘러봐져라

ἐπαναπλείσθω

(그는) 둘러봐져라

쌍수 ἐπαναπλεῖσθον

(너희 둘은) 둘러봐져라

ἐπαναπλείσθων

(그 둘은) 둘러봐져라

복수 ἐπαναπλεῖσθε

(너희는) 둘러봐져라

ἐπαναπλείσθων, ἐπαναπλείσθωσαν

(그들은) 둘러봐져라

부정사 ἐπαναπλεῖσθαι

둘러봐지는 것

분사 남성여성중성
ἐπαναπλεομενος

ἐπαναπλεομενου

ἐπαναπλεομενη

ἐπαναπλεομενης

ἐπαναπλεομενον

ἐπαναπλεομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπαναπλεύσομαι

(나는) 둘러보겠다

ἐπαναπλεύσει, ἐπαναπλεύσῃ

(너는) 둘러보겠다

ἐπαναπλεύσεται

(그는) 둘러보겠다

쌍수 ἐπαναπλεύσεσθον

(너희 둘은) 둘러보겠다

ἐπαναπλεύσεσθον

(그 둘은) 둘러보겠다

복수 ἐπαναπλευσόμεθα

(우리는) 둘러보겠다

ἐπαναπλεύσεσθε

(너희는) 둘러보겠다

ἐπαναπλεύσονται

(그들은) 둘러보겠다

기원법단수 ἐπαναπλευσοίμην

(나는) 둘러보겠기를 (바라다)

ἐπαναπλεύσοιο

(너는) 둘러보겠기를 (바라다)

ἐπαναπλεύσοιτο

(그는) 둘러보겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπαναπλεύσοισθον

(너희 둘은) 둘러보겠기를 (바라다)

ἐπαναπλευσοίσθην

(그 둘은) 둘러보겠기를 (바라다)

복수 ἐπαναπλευσοίμεθα

(우리는) 둘러보겠기를 (바라다)

ἐπαναπλεύσοισθε

(너희는) 둘러보겠기를 (바라다)

ἐπαναπλεύσοιντο

(그들은) 둘러보겠기를 (바라다)

부정사 ἐπαναπλεύσεσθαι

둘러볼 것

분사 남성여성중성
ἐπαναπλευσομενος

ἐπαναπλευσομενου

ἐπαναπλευσομενη

ἐπαναπλευσομενης

ἐπαναπλευσομενον

ἐπαναπλευσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπανέπλεον

(나는) 둘러보고 있었다

ἐπανέπλεις

(너는) 둘러보고 있었다

ἐπανέπλειν*

(그는) 둘러보고 있었다

쌍수 ἐπανεπλεῖτον

(너희 둘은) 둘러보고 있었다

ἐπανεπλείτην

(그 둘은) 둘러보고 있었다

복수 ἐπανεπλέομεν

(우리는) 둘러보고 있었다

ἐπανεπλεῖτε

(너희는) 둘러보고 있었다

ἐπανέπλεον

(그들은) 둘러보고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπανεπλεόμην

(나는) 둘러봐지고 있었다

ἐπανεπλέου

(너는) 둘러봐지고 있었다

ἐπανεπλεῖτο

(그는) 둘러봐지고 있었다

쌍수 ἐπανεπλεῖσθον

(너희 둘은) 둘러봐지고 있었다

ἐπανεπλείσθην

(그 둘은) 둘러봐지고 있었다

복수 ἐπανεπλεόμεθα

(우리는) 둘러봐지고 있었다

ἐπανεπλεῖσθε

(너희는) 둘러봐지고 있었다

ἐπανεπλέοντο

(그들은) 둘러봐지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ γὰρ ἐκ τῆσ Αἰγύπτου δανείσαντεσ τούτοισ ἑτερόπλουν τἀργύριον εἰσ Ἀθήνασ, ὡσ ἀφίκοντο εἰσ τὴν Ῥόδον καὶ τὴν ναῦν ἐκεῖσε οὗτοι κατεκόμισαν, οὐδὲν οἶμαι διέφερεν αὐτοῖσ ἀφεμένοισ τῶν τόκων καὶ κομισαμένοισ τὸ δάνειον ἐν τῇ Ῥόδῳ πάλιν ἐνεργὸν ποιεῖν εἰσ τὴν Αἴγυπτον, ἀλλ’ ἐλυσιτέλει πολλῷ μᾶλλον τοῦτ’ ἢ δεῦρ’ ἐπαναπλεῖν. (Demosthenes, Speeches 51-61, 37:1)

    (데모스테네스, Speeches 51-61, 37:1)

  • μετὰ δὲ τοῦτο, ὡσ οὐδείσ σφι ἐπέπλεε, δείλην ὀψίην γινομένην τῆσ ἡμέρησ φυλάξαντεσ αὐτοὶ ἐπανέπλεον ἐπὶ τοὺσ βαρβάρουσ, ἀπόπειραν αὐτῶν ποιήσασθαι βουλόμενοι τῆσ τε μάχησ καὶ τοῦ διεκπλόου. (Herodotus, The Histories, book 8, chapter 9 2:3)

    (헤로도토스, The Histories, book 8, chapter 9 2:3)

  • Ἀχιλλεὺσ ἐπαναπλεῖ; (Aristides, Aelius, Orationes, 10:16)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 10:16)

  • οἱ δὲ παραπέμποντεσ, ἐπεὶ κατὰ τὸ συνταχθὲν παρήλλαξαν τὸν ποταμόν, ἀσπασάμενοι τοὺσ Ῥωμαίουσ αὖθισ ἐπανέπλεον. (Polybius, Histories, book 15, chapter 2 10:1)

    (폴리비오스, Histories, book 15, chapter 2 10:1)

  • Φίλιπποσ δὲ τοῖσ μὲν ὅλοισ ἠλαττωμένοσ παρὰ πολὺ τὴν ναυμαχίαν, τῇ δὲ περιπετείᾳ τῇ κατὰ τὸν Ἄτταλον ἐπαρθείσ, ἐπανέπλει, καὶ πολὺσ ἦν συναθροίζων τὰσ σφετέρασ ναῦσ καὶ παρακαλῶν τοὺσ ἄνδρασ εὐθαρσεῖσ εἶναι, διότι νικῶσι τῇ ναυμαχίᾳ· (Polybius, Histories, book 16, chapter 6 9:1)

    (폴리비오스, Histories, book 16, chapter 6 9:1)

유의어

  1. 둘러보다

  2. to sail back again

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION