- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐλάϊνος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: elainos 고전 발음: [엘라이노] 신약 발음: [앨라이노]

기본형: ἐλάϊνος ἐλάϊνη ἐλάϊνον

형태분석: ἐλαϊν (어간) + ος (어미)

어원: ἐλαία

  1. of olive-wood

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐλάϊνος

(이)가

ἐλαΐνη

(이)가

ἐλάϊνον

(것)가

속격 ἐλαΐνου

(이)의

ἐλαΐνης

(이)의

ἐλαΐνου

(것)의

여격 ἐλαΐνῳ

(이)에게

ἐλαΐνῃ

(이)에게

ἐλαΐνῳ

(것)에게

대격 ἐλάϊνον

(이)를

ἐλαΐνην

(이)를

ἐλάϊνον

(것)를

호격 ἐλάϊνε

(이)야

ἐλαΐνη

(이)야

ἐλάϊνον

(것)야

쌍수주/대/호 ἐλαΐνω

(이)들이

ἐλαΐνα

(이)들이

ἐλαΐνω

(것)들이

속/여 ἐλαΐνοιν

(이)들의

ἐλαΐναιν

(이)들의

ἐλαΐνοιν

(것)들의

복수주격 ἐλάϊνοι

(이)들이

ἐλάϊναι

(이)들이

ἐλάϊνα

(것)들이

속격 ἐλαΐνων

(이)들의

ἐλαϊνῶν

(이)들의

ἐλαΐνων

(것)들의

여격 ἐλαΐνοις

(이)들에게

ἐλαΐναις

(이)들에게

ἐλαΐνοις

(것)들에게

대격 ἐλαΐνους

(이)들을

ἐλαΐνας

(이)들을

ἐλάϊνα

(것)들을

호격 ἐλάϊνοι

(이)들아

ἐλάϊναι

(이)들아

ἐλάϊνα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔντειλαι τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ λαβέτωσάν σοι ἔλαιον ἐλάϊνον καθαρὸν κεκομμένον εἰς φῶς, καῦσαι λύχνον διὰ παντός. (Septuagint, Liber Leviticus 24:2)

    (70인역 성경, 레위기 24:2)

  • τὸν Ὀλυμπίασι στέφανον ἴστε δήπουθεν ἐλάϊνον ὄντα, καὶ τοῦτον πολλοὶ προτετιμήκασι τοῦ ζῆν, οὐχὶ τῆς ἐκεῖ φυομένης ἐλαίας ἐχούσης τι θαυμαστόν, ἀλλ ὅτι μὴ ῥᾳδίως μηδ ἐπὶ μικρῷ δίδοται. (Dio, Chrysostom, Orationes, 144:4)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 144:4)

  • ὃ δ ὑπ ἀσπίδος εἵλετο καλὴν ἀξίνην εὔχαλκον ἐλαΐνῳ ἀμφὶ πελέκκῳ μακρῷ ἐϋξέστῳ: (Homer, Iliad, Book 13 59:7)

    (호메로스, 일리아스, Book 13 59:7)

  • οἰκοῦσι δ ἐν σπηλαίοις ἢ μάνδραις στεγασταῖς ἀπὸ δοκῶν μὲν καὶ στρωτήρων τῶν κητείων ὀστέων καὶ ἀκανθῶν, φυλλάδος δ ἐλαΐνης. (Strabo, Geography, book 16, chapter 4 26:11)

    (스트라본, 지리학, book 16, chapter 4 26:11)

  • σμύρνης ἐπιλέκτου σίκλους πεντακοσίους καὶ ἴρεως ἴσους, κινναμώμου δὲ καὶ καλάμου, ἔστι δὲ καὶ τοῦτο εἶδος θυμιάματος, ἡμίσειαν τῶν πρότερον ὁλκὴν κεκομμένα δεύειν ἐκέλευσεν, ἐλαίου τε ἐλαΐνου εἴν, μέτρον δ ἐστὶ τοῦτο ἐπιχώριον δύο χόας Ἀττικοὺς δεχόμενον, ἀναμίξαντας καὶ καθεψήσαντας σκευάσαι τέχνῃ μυρεψῶν χρῖσμα εὐωδέστατον. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 3 246:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 3 246:2)

  • ἀλλ ὅτε δὴ τάχ ὁ μοχλὸς ἐλάινος ἐν πυρὶ μέλλεν ἅψεσθαι, χλωρός περ ἐών, διεφαίνετο δ αἰνῶς, καὶ τότ ἐγὼν ἆσσον φέρον ἐκ πυρός, ἀμφὶ δ ἑταῖροι ἵσταντ: (Homer, Odyssey, Book 9 38:6)

    (호메로스, 오디세이아, Book 9 38:6)

유의어

  1. of olive-wood

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION