Ancient Greek-English Dictionary Language

ἑκατόμπεδος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἑκατόμπεδος ἑκατόμπεδον

Structure: ἑκατομπεδ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: pou/s

Sense

  1. measuring a hundred feet

Examples

  • ὧν ἀγάλματα καὶ σύμβολα παρθενῶνεσ ἑκατόμπεδοι, νότια τείχη, νεώσοικοι, προπύλαια, Χερρόνησοσ, Ἀμφίπολισ. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 7 2:1)
  • ὧν ἀγάλματα καὶ σύμβολα παρθενῶνεσ ἑκατόμπεδοι, νότια τείχη, νεῶν οἶκοι, προπύλαια, Χερρόνησοσ, Ἀμφίπολισ. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 7 5:1)
  • μυρίαι δ’ ἔργων καλῶν τέτμηνθ’ ἑκατόμπεδοι ἐν σχερῷ κέλευθοι, καὶ πέραν Νείλοιο παγᾶν καὶ δι’ Ὑπερβορέουσ· (Pindar, Odes, isthmian odes, isthmian 6 6:1)

Synonyms

  1. measuring a hundred feet

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION