ἐξοπλίζω
비축약 동사;
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἐξοπλίζω
ἐξοπλίσω
형태분석:
ἐξ
(접두사)
+
ὁπλίζ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- to arm completely, accoutre, to arm or accoutre oneself, to get under arms, stand in armed array, fully prepared, all ready
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- εἰ δὲ τότε Πορσίνασ τισ ἐπέβρισε Τυρρηνικὸν χάρακα καὶ στρατόπεδον παραστήσασ τείχεσιν ὑγροῖσ ἔτι καὶ κραδαινομένοισ ἤ τισ ἐκ Μαρσῶν ἀποστὰσ ἀρειμάνιοσ δυνάστησ ἢ Λευκανὸσ ὑπὸ φθόνου καὶ φιλονεικίασ, ἀνὴρ δύσερισ καὶ πολεμοποιόσ, οἱο͂σ ὕστερον Μουτίλοσ ἢ Σίλων ὁ θρασὺσ ἢ τὸ ἔσχατον Σύλλα πάλαισμα Τελεσῖνοσ, ὡσ ἀφ’ ἑνὸσ συνθήματοσ ὅλην ἐξοπλίζων τὴν Ἰταλίαν, τὸν φιλόσοφον Νομᾶν περιεσάλπιζε θύοντα καὶ προσευχόμενον, οὐκ ἂν ἀντέσχον αἱ πρῶται τῆσ πόλεωσ ἀρχαὶ πρὸσ σάλον καὶ κλύδωνα τοσοῦτον οὐδ’ εἰσ εὐανδρίαν καὶ πλῆθοσ ἐπέδωκαν· (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 9 4:1)
(플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 9 4:1)
- ἐξοπλίζων τὴν Ἰταλίαν, τὸν φιλόσοφον Νομᾶν περιεσάλπιζε θύοντα καὶ προσευχόμενον, οὐκ ἂν ἀντέσχον αἱ πρῶται τῆσ πόλεωσ ἀρχαὶ πρὸσ σάλον καὶ κλύδωνα τοσοῦτον οὐδ’ εἰσ εὐανδρίαν καὶ πλῆθοσ ἐπέδωκαν· (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 9 13:1)
(플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 9 13:1)
- μηδέ τισ ἀνδροκμὴσ λοιγὸσ ἐπελθέτω τάνδε πόλιν δαί̈ζων, ἄχορον ἀκίθαριν δακρυογόνον Ἄρη βοάν τ’ ἔνδημον ἐξοπλίζων. (Aeschylus, Suppliant Women, choral, strophe 31)
(아이스킬로스, 탄원하는 여인들, choral, strophe 31)
파생어
- ἀνθοπλίζω (to arm against, to be arrayed against, to arm oneself)
- ἀφοπλίζω (to strip of arms, to disarm, to put off one's)
- ἐφοπλίζω (준비하다, 마련하다, 갖추다)
- καθοπλίζω (to equip or arm fully, to be so armed, having taken arms against)
- ὁπλίζω (야기시키다, 유발시키다, 불러일으키다)
- παροπλίζω (to disarm)