ἐξοπλίζω
비축약 동사;
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἐξοπλίζω
ἐξοπλίσω
형태분석:
ἐξ
(접두사)
+
ὁπλίζ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- to arm completely, accoutre, to arm or accoutre oneself, to get under arms, stand in armed array, fully prepared, all ready
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- τάφρον ἔξωθεν ἦγον οἱ πολέμιοι περὶ τὸ τεῖχοσ βαθεῖαν ὡσ παντάπασιν ἀποκλείσοντεσ αὐτούσ, ὡσ οὖν ἐγγὺσ ἦσαν αἱ τελευταὶ τοῦ ὀρύγματοσ ἀπαντῶντοσ αὑτῷ καὶ περιϊόντοσ ἐν κύκλῳ τὴν πόλιν, ἑσπέραν ἀναμείνασ γενέσθαι καὶ κελεύσασ ἐξοπλίζεσθαι τοὺσ Ἕλληνασ ἔλεγεν ἐλθὼν πρὸσ τὸν Αἰγύπτιον· (Plutarch, Agesilaus, chapter 39 2:2)
(플루타르코스, Agesilaus, chapter 39 2:2)
- συμφρονήσασ γὰρ ὅτι οὐδὲν χρηστὸν ἀγγέλλειν ἔχοντόσ ἐστι τὸ τάχοσ καὶ τὸ συγκεχυμένον τοῦ λόγου, παρήγγειλεν εὐθὺσ ἐξοπλίζεσθαι τοὺσ στρατιώτασ· (Plutarch, chapter 27 8:2)
(플루타르코스, chapter 27 8:2)
- Ἀννίβασ δὲ τήν δύναμιν ἐξοπλίζεσθαι κελεύσασ, αὐτὸσ ἱππότησ μετ’ ὀλίγων ὑπὲρ λόφου τινὸσ μαλακοῦ κατεσκόπει τοὺσ πολεμίουσ ἤδη καθισταμένουσ εἰσ τάξιν. (Plutarch, Fabius Maximus, chapter 15 2:1)
(플루타르코스, Fabius Maximus, chapter 15 2:1)
- Κῦρόσ τε καταπηδήσασ ἀπὸ τοῦ ἁρ́ματοσ τὸν θώρακα ἐνεδύετο καὶ ἀναβὰσ ἐπὶ τὸν ἵππον τὰ παλτὰ εἰσ τὰσ χεῖρασ ἔλαβε, τοῖσ τε ἄλλοισ πᾶσι παρήγγελλεν ἐξοπλίζεσθαι καὶ καθίστασθαι εἰσ τὴν ἑαυτοῦ τάξιν ἕκαστον. (Xenophon, Anabasis, , chapter 8 4:1)
(크세노폰, Anabasis, , chapter 8 4:1)
파생어
- ἀνθοπλίζω (to arm against, to be arrayed against, to arm oneself)
- ἀφοπλίζω (to strip of arms, to disarm, to put off one's)
- ἐφοπλίζω (준비하다, 마련하다, 갖추다)
- καθοπλίζω (to equip or arm fully, to be so armed, having taken arms against)
- ὁπλίζω (야기시키다, 유발시키다, 불러일으키다)
- παροπλίζω (to disarm)