- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δίνη?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: dinē 고전 발음: [디네:] 신약 발음: [디네]

기본형: δίνη δίνης

형태분석: διν (어간) + η (어미)

  1. 혼란, 소란
  1. whirlpool

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δίνη

혼란이

δίνα

혼란들이

δίναι

혼란들이

속격 δίνης

혼란의

δίναιν

혼란들의

δινῶν

혼란들의

여격 δίνῃ

혼란에게

δίναιν

혼란들에게

δίναις

혼란들에게

대격 δίνην

혼란을

δίνα

혼란들을

δίνας

혼란들을

호격 δίνη

혼란아

δίνα

혼란들아

δίναι

혼란들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἀρταξέρξης ὁ Μνήμων ἐπικληθείς, ἐφ ὃν Κῦρος ὁ ἀδελφὸς ἐστρατεύσατο, βασιλεύων ἐν Πέρσαις ἐτελεύτησεν νόσῳ ἓξ καὶ ὀγδοήκοντα ἐτῶν γενόμενος, ὡς δὲ Δίνων ἱστορεῖ, τεσσάρων καὶ ἐνενήκοντα. (Lucian, Macrobii, (no name) 15:1)

    (루키아노스, Macrobii, (no name) 15:1)

  • ἀλλὰ μὴν οὐδὲ Δίνων ἐν τῇ Περσικῇ πραγματείᾳ: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 74 1:7)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 74 1:7)

  • ὁ δὲ μέγας Ἀλέξανδρος δειπνῶν ἑκάστοτε μετὰ τῶν φίλων, ὡς ἱστορεῖ Ἔφιππος ὁ Ὀλύνθιος ἐν τῷ περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου καὶ Ἡφαιστίωνος μεταλλαγῆς, ἀνήλισκε τῆς ἡμέρας μνᾶς ἑκατόν, δειπνούντων ἴσως ἑξήκοντα ἢ ἑβδομήκοντα φίλων, ὁ δὲ Περσῶν βασιλεύς, ὥς φησι Κτησίας καὶ Δίνων ἐν τοῖς Περσικοῖς, ἐδείπνει μὲν μετὰ ἀνδρῶν μυρίων πεντακισχιλίων, καὶ ἀνηλίσκετο εἰς τὸ δεῖπνον τάλαντα τετρακόσια. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 27 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 27 2:1)

  • τὸ δὲ ἔθος τοῦτο καὶ παρὰ τοῖς βαρβάροις ἐσῴζετο, ὥς φησι Δίνων ἐν τοῖς Περσικοῖς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 33 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 33 4:1)

  • παρὰ δὲ Πέρσαις ἀνέχεται ἡ βασίλεια τοῦ πλήθους τῶν παλλακίδων διὰ τὸ ὡς δεσπότην ἄρχειν τῆς γαμετῆς τὸν βασιλέα, ἔτι δὲ καὶ διὰ τὸ τὴν βασιλίδα, ὥς φησιν Δίνων ἐν τοῖς Περσικοῖς, ὑπὸ τῶν παλλακίδων θρησκεύεσθαι προσκυνοῦσι γοῦν αὐτήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 31)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 31)

유의어

  1. 혼란

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION