- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δίκη?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: dikē 고전 발음: [디께:] 신약 발음: [디께]

기본형: δίκη δίκης

형태분석: δικ (어간) + η (어미)

  1. 방법, 패션, 관습, 풍습
  2. 명령, 지시, 권리, 법
  3. 판단, 정의, 판결
  4. 소송, 재판, 시련
  5. 처벌, 벌, 만족, 방법, 복수
  1. custom, manner, fashion
  2. order, law, right
  3. judgment, justice
  4. lawsuit, trial
  5. punishment, penalty, vengeance, satisfaction

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δίκη

방법이

δίκα

방법들이

δίκαι

방법들이

속격 δίκης

방법의

δίκαιν

방법들의

δικῶν

방법들의

여격 δίκῃ

방법에게

δίκαιν

방법들에게

δίκαις

방법들에게

대격 δίκην

방법을

δίκα

방법들을

δίκας

방법들을

호격 δίκη

방법아

δίκα

방법들아

δίκαι

방법들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὑμεῖς δὲ περιμείνατε, διπλάσιον ἀποισόμενοι τὸν μισθὸν ἐπ ἀμφοτέραις ταῖς δίκαις. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 33:2)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 33:2)

  • καίτοι πόσῳ δικαιότερον ὑμεῖς ἂν εἰκάζοισθε τῷ Προμηθεῖ, ὁπόσοι ἐν δίκαις εὐδοκιμεῖτε ξὺν ἀληθείᾳ ποιούμενοι τοὺς ἀγῶνας· (Lucian, Prometheus es in verbis 2:5)

    (루키아노스, Prometheus es in verbis 2:5)

  • "ἐξωσθεὶς δὲ ἐπὶ κεφαλὴν ὅμως οὐδὲ τότε ἠπόρησα τῶν ἀναγκαίων, ἀλλὰ καὶ ῥήτωρ δοκῶ κἀν ταῖς δίκαις ἐξετάζομαι προδιδοὺς τὰ πολλὰ καὶ τοὺς δικαστὰς τοῖς ἀνοήτοις καθυπισχνούμενος, καὶ ἡττῶμαι μὲν τὰ πλεῖστα, οἱ φοίνικες δὲ ἐπὶ τῇ θύρᾳ χλωροὶ καὶ ἐστεφανωμένοι: (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 13:86)

    (루키아노스, Rhetorum praeceptor, (no name) 13:86)

  • ἐγὼ γὰρ ἥττων μὲν λόγος δι αὐτὸ τοῦτ ἐκλήθην ἐν τοῖσι φροντισταῖσιν, ὅτι πρώτιστος ἐπενόησα τοῖσιν νόμοις καὶ ταῖς δίκαις τἀναντί ἀντιλέξαι. (Aristophanes, Clouds, Agon, antepirrheme2)

    (아리스토파네스, Clouds, Agon, antepirrheme2)

  • ὁ μὲν γὰρ Δημοσθενικὸς ἔξω παντὸς ὠραϊσμοῦ καὶ παιδιᾶς εἰς δεινότητα καὶ σπουδὴν συνηγμένος οὐκ ἐλλυχνίων ὄδωδεν, ὥσπερ ὁ Πυθέας ἔσκωπτεν, ἀλλ ὐδροποσίας καὶ φροντίδων καὶ τῆς λεγομένης πικρίας τοῦ τρόπου καὶ στυγνότητος, Κικέρων δὲ πολλαχοὺ τῷ σκωπτικῷ πρὸς τὸ βωμολόχον ἐκφερόμενος καὶ πράγματα σπονδῆς ἄξια γέλωτι καὶ παίδιᾷ κατειρωνευόμενος ἐν ταῖς δίκαις εἰς τὸ χρειῶδες ἠφείδει τοῦ πρέποντος, ὥσπερ ἐν τῇ Καιλίου συνηγορίᾳ μηδὲν ἄτοπον ποιεῖν αὐτὸν ἐν τοσαύτῃ τρνφῇ καὶ πολυτελείᾳ ταῖς ἡδοναῖς χρώμενον: (Plutarch, Comparison of Demosthenes with Cicero, chapter 1 3:2)

    (플루타르코스, Comparison of Demosthenes with Cicero, chapter 1 3:2)

유의어

  1. 방법

  2. 명령

  3. 판단

  4. 소송

  5. 처벌

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION