고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: διατρέπω διατρέψω
형태분석: δια (접두사) + τρέπ (어간) + ω (인칭어미)
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διατρέπω (나는) 외면한다 |
διατρέπεις (너는) 외면한다 |
διατρέπει (그는) 외면한다 |
쌍수 | διατρέπετον (너희 둘은) 외면한다 |
διατρέπετον (그 둘은) 외면한다 |
||
복수 | διατρέπομεν (우리는) 외면한다 |
διατρέπετε (너희는) 외면한다 |
διατρέπουσιν* (그들은) 외면한다 |
|
접속법 | 단수 | διατρέπω (나는) 외면하자 |
διατρέπῃς (너는) 외면하자 |
διατρέπῃ (그는) 외면하자 |
쌍수 | διατρέπητον (너희 둘은) 외면하자 |
διατρέπητον (그 둘은) 외면하자 |
||
복수 | διατρέπωμεν (우리는) 외면하자 |
διατρέπητε (너희는) 외면하자 |
διατρέπωσιν* (그들은) 외면하자 |
|
기원법 | 단수 | διατρέποιμι (나는) 외면하기를 (바라다) |
διατρέποις (너는) 외면하기를 (바라다) |
διατρέποι (그는) 외면하기를 (바라다) |
쌍수 | διατρέποιτον (너희 둘은) 외면하기를 (바라다) |
διατρεποίτην (그 둘은) 외면하기를 (바라다) |
||
복수 | διατρέποιμεν (우리는) 외면하기를 (바라다) |
διατρέποιτε (너희는) 외면하기를 (바라다) |
διατρέποιεν (그들은) 외면하기를 (바라다) |
|
명령법 | 단수 | διατρέπε (너는) 외면해라 |
διατρεπέτω (그는) 외면해라 |
|
쌍수 | διατρέπετον (너희 둘은) 외면해라 |
διατρεπέτων (그 둘은) 외면해라 |
||
복수 | διατρέπετε (너희는) 외면해라 |
διατρεπόντων, διατρεπέτωσαν (그들은) 외면해라 |
||
부정사 | διατρέπειν 외면하는 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
διατρεπων διατρεποντος | διατρεπουσα διατρεπουσης | διατρεπον διατρεποντος | ||
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διατρέπομαι (나는) 외면된다 |
διατρέπει, διατρέπῃ (너는) 외면된다 |
διατρέπεται (그는) 외면된다 |
쌍수 | διατρέπεσθον (너희 둘은) 외면된다 |
διατρέπεσθον (그 둘은) 외면된다 |
||
복수 | διατρεπόμεθα (우리는) 외면된다 |
διατρέπεσθε (너희는) 외면된다 |
διατρέπονται (그들은) 외면된다 |
|
접속법 | 단수 | διατρέπωμαι (나는) 외면되자 |
διατρέπῃ (너는) 외면되자 |
διατρέπηται (그는) 외면되자 |
쌍수 | διατρέπησθον (너희 둘은) 외면되자 |
διατρέπησθον (그 둘은) 외면되자 |
||
복수 | διατρεπώμεθα (우리는) 외면되자 |
διατρέπησθε (너희는) 외면되자 |
διατρέπωνται (그들은) 외면되자 |
|
기원법 | 단수 | διατρεποίμην (나는) 외면되기를 (바라다) |
διατρέποιο (너는) 외면되기를 (바라다) |
διατρέποιτο (그는) 외면되기를 (바라다) |
쌍수 | διατρέποισθον (너희 둘은) 외면되기를 (바라다) |
διατρεποίσθην (그 둘은) 외면되기를 (바라다) |
||
복수 | διατρεποίμεθα (우리는) 외면되기를 (바라다) |
διατρέποισθε (너희는) 외면되기를 (바라다) |
διατρέποιντο (그들은) 외면되기를 (바라다) |
|
명령법 | 단수 | διατρέπου (너는) 외면되어라 |
διατρεπέσθω (그는) 외면되어라 |
|
쌍수 | διατρέπεσθον (너희 둘은) 외면되어라 |
διατρεπέσθων (그 둘은) 외면되어라 |
||
복수 | διατρέπεσθε (너희는) 외면되어라 |
διατρεπέσθων, διατρεπέσθωσαν (그들은) 외면되어라 |
||
부정사 | διατρέπεσθαι 외면되는 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
διατρεπομενος διατρεπομενου | διατρεπομενη διατρεπομενης | διατρεπομενον διατρεπομενου |
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διατρέψω (나는) 외면하겠다 |
διατρέψεις (너는) 외면하겠다 |
διατρέψει (그는) 외면하겠다 |
쌍수 | διατρέψετον (너희 둘은) 외면하겠다 |
διατρέψετον (그 둘은) 외면하겠다 |
||
복수 | διατρέψομεν (우리는) 외면하겠다 |
διατρέψετε (너희는) 외면하겠다 |
διατρέψουσιν* (그들은) 외면하겠다 |
|
기원법 | 단수 | διατρέψοιμι (나는) 외면하겠기를 (바라다) |
διατρέψοις (너는) 외면하겠기를 (바라다) |
διατρέψοι (그는) 외면하겠기를 (바라다) |
쌍수 | διατρέψοιτον (너희 둘은) 외면하겠기를 (바라다) |
διατρεψοίτην (그 둘은) 외면하겠기를 (바라다) |
||
복수 | διατρέψοιμεν (우리는) 외면하겠기를 (바라다) |
διατρέψοιτε (너희는) 외면하겠기를 (바라다) |
διατρέψοιεν (그들은) 외면하겠기를 (바라다) |
|
부정사 | διατρέψειν 외면할 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
διατρεψων διατρεψοντος | διατρεψουσα διατρεψουσης | διατρεψον διατρεψοντος | ||
중간태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διατρέψομαι (나는) 외면되겠다 |
διατρέψει, διατρέψῃ (너는) 외면되겠다 |
διατρέψεται (그는) 외면되겠다 |
쌍수 | διατρέψεσθον (너희 둘은) 외면되겠다 |
διατρέψεσθον (그 둘은) 외면되겠다 |
||
복수 | διατρεψόμεθα (우리는) 외면되겠다 |
διατρέψεσθε (너희는) 외면되겠다 |
διατρέψονται (그들은) 외면되겠다 |
|
기원법 | 단수 | διατρεψοίμην (나는) 외면되겠기를 (바라다) |
διατρέψοιο (너는) 외면되겠기를 (바라다) |
διατρέψοιτο (그는) 외면되겠기를 (바라다) |
쌍수 | διατρέψοισθον (너희 둘은) 외면되겠기를 (바라다) |
διατρεψοίσθην (그 둘은) 외면되겠기를 (바라다) |
||
복수 | διατρεψοίμεθα (우리는) 외면되겠기를 (바라다) |
διατρέψοισθε (너희는) 외면되겠기를 (바라다) |
διατρέψοιντο (그들은) 외면되겠기를 (바라다) |
|
부정사 | διατρέψεσθαι 외면될 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
διατρεψομενος διατρεψομενου | διατρεψομενη διατρεψομενης | διατρεψομενον διατρεψομενου |
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διέτρεπον (나는) 외면하고 있었다 |
διέτρεπες (너는) 외면하고 있었다 |
διέτρεπεν* (그는) 외면하고 있었다 |
쌍수 | διετρέπετον (너희 둘은) 외면하고 있었다 |
διετρεπέτην (그 둘은) 외면하고 있었다 |
||
복수 | διετρέπομεν (우리는) 외면하고 있었다 |
διετρέπετε (너희는) 외면하고 있었다 |
διέτρεπον (그들은) 외면하고 있었다 |
|
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διετρεπόμην (나는) 외면되고 있었다 |
διετρέπου (너는) 외면되고 있었다 |
διετρέπετο (그는) 외면되고 있었다 |
쌍수 | διετρέπεσθον (너희 둘은) 외면되고 있었다 |
διετρεπέσθην (그 둘은) 외면되고 있었다 |
||
복수 | διετρεπόμεθα (우리는) 외면되고 있었다 |
διετρέπεσθε (너희는) 외면되고 있었다 |
διετρέποντο (그들은) 외면되고 있었다 |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(플루타르코스, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 3 10:1)
(플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno,
(디오, 크리소토모스, 연설 (2),
(플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii,
(폴리비오스, Histories, book 1, chapter 33 1:1)
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기