헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀμαθής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀμαθής ἀμαθές

형태분석: ἀμαθη (어간) + ς (어미)

어원: manqa/nw

  1. 멍청한, 어리석은, 무식한, 둔한, 어린, 무지한, 촌스러운, 모르는
  2. 알려지지 않은, 미지의, 무명의, 낯선
  1. unlearned, ignorant, stupid, boorish, stupid, with too little learning, through ignorance
  2. without knowledge of
  3. not heard of, unknown, an unforeseen course

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἀμαθής

멍청한 (이)가

ά̓μαθες

멍청한 (것)가

속격 ἀμαθούς

멍청한 (이)의

ἀμάθους

멍청한 (것)의

여격 ἀμαθεί

멍청한 (이)에게

ἀμάθει

멍청한 (것)에게

대격 ἀμαθή

멍청한 (이)를

ά̓μαθες

멍청한 (것)를

호격 ἀμαθές

멍청한 (이)야

ά̓μαθες

멍청한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀμαθεί

멍청한 (이)들이

ἀμάθει

멍청한 (것)들이

속/여 ἀμαθοίν

멍청한 (이)들의

ἀμάθοιν

멍청한 (것)들의

복수주격 ἀμαθείς

멍청한 (이)들이

ἀμάθη

멍청한 (것)들이

속격 ἀμαθών

멍청한 (이)들의

ἀμάθων

멍청한 (것)들의

여격 ἀμαθέσιν*

멍청한 (이)들에게

ἀμάθεσιν*

멍청한 (것)들에게

대격 ἀμαθείς

멍청한 (이)들을

ἀμάθη

멍청한 (것)들을

호격 ἀμαθείς

멍청한 (이)들아

ἀμάθη

멍청한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀμαθεῖσ καὶ ἰδιώτασ πλῆθοσ μαχαιρίδων προτιθέντασ καὶ κάτοπτρον μεγάλα, οὐ μὴν λήσειν γε διὰ ταῦτα οὐδὲν εἰδότασ. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 29:4)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 29:4)

  • ἀλλ’ οὐκ ἀπό γε τῶν τοιούτων ὀρχηστῶν ὀρχήσεωσ αὐτῆσ, οἶμαι, καταγνωστέον οὐδὲ τὸ ἔργον αὐτὸ μισητέον, ἀλλὰ τοὺσ μέν, ὥσπερ εἰσίν, ἀμαθεῖσ νομιστέον, ἐπαινετέον δὲ τοὺσ ἐννόμωσ καὶ κατὰ ῥυθμὸν τῆσ τέχνησ ἱκανῶσ ἕκαστα δρῶντασ. (Lucian, De saltatione, (no name) 80:7)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 80:7)

  • μὴ ἀμαθεῖσ ποίει θεὰσ τὸ σὸν κακὸν κοσμοῦσα, μὴ οὐ πείσῃσ σοφούσ. (Euripides, The Trojan Women, episode 2:27)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode 2:27)

  • ἀλλὰ τοὺσ μὲν ἐπιληπτικούσ, ἂν ἐν ὕψει τινὶ γένωνται καὶ περιενεχθῶσιν, ἴλιγγοσ ἴσχει καὶ σάλοσ, ἐξελέγχων τὸ πάθοσ αὐτῶν, τοὺσ δ’ ἀπαιδεύτουσ καὶ ἀμαθεῖσ ἡ τύχη μικρὸν ἐκκουφίσασα πλούτοισ τισὶν ἢ δόξαισ ἢ ἀρχαῖσ μετεώρουσ γενομένουσ εὐθὺσ,ἑπιδείκνυσι πίπτοντασ· (Plutarch, Ad principem ineruditum, chapter, section 7 1:1)

    (플루타르코스, Ad principem ineruditum, chapter, section 7 1:1)

  • "ἱκανόν, εἰ ἐλεγχθείητε ἀμαθεῖσ ὄντεσ, αὔριον δὲ ἀμυνοῦμαι ὑμᾶσ ὅντινα καὶ χρὴ τρόπον· (Lucian, Symposium, (no name) 36:2)

    (루키아노스, Symposium, (no name) 36:2)

유의어

  1. without knowledge of

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION