헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

αἰτιάομαι

α 축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: αἰτιάομαι

형태분석: αἰτιά (어간) + ομαι (인칭어미)

어원: ai)ti/a

  1. 고소하다, 나무라다, 비난하다, 기소하다, 고발하다, 묻다, 청구하다, 흠을 잡다
  2. 묻다, 고발하다, 매기다, 청구하다
  1. to charge, accuse, censure, blame, to accuse, to accuse, to be accused
  2. to lay to, charge, impute
  3. to allege as the cause, he alleged

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 αἰτίωμαι

(나는) 고소한다

αἰτίᾳ

(너는) 고소한다

αἰτίᾱται

(그는) 고소한다

쌍수 αἰτίᾱσθον

(너희 둘은) 고소한다

αἰτίᾱσθον

(그 둘은) 고소한다

복수 αἰτιῶμεθα

(우리는) 고소한다

αἰτίᾱσθε

(너희는) 고소한다

αἰτίωνται

(그들은) 고소한다

접속법단수 αἰτίωμαι

(나는) 고소하자

αἰτίῃ

(너는) 고소하자

αἰτίηται

(그는) 고소하자

쌍수 αἰτίησθον

(너희 둘은) 고소하자

αἰτίησθον

(그 둘은) 고소하자

복수 αἰτιώμεθα

(우리는) 고소하자

αἰτίησθε

(너희는) 고소하자

αἰτίωνται

(그들은) 고소하자

기원법단수 αἰτιῷμην

(나는) 고소하기를 (바라다)

αἰτίῳο

(너는) 고소하기를 (바라다)

αἰτίῳτο

(그는) 고소하기를 (바라다)

쌍수 αἰτίῳσθον

(너희 둘은) 고소하기를 (바라다)

αἰτιῷσθην

(그 둘은) 고소하기를 (바라다)

복수 αἰτιῷμεθα

(우리는) 고소하기를 (바라다)

αἰτίῳσθε

(너희는) 고소하기를 (바라다)

αἰτίῳντο

(그들은) 고소하기를 (바라다)

명령법단수 αἰτίω

(너는) 고소해라

αἰτιᾶσθω

(그는) 고소해라

쌍수 αἰτίᾱσθον

(너희 둘은) 고소해라

αἰτιᾶσθων

(그 둘은) 고소해라

복수 αἰτίᾱσθε

(너희는) 고소해라

αἰτιᾶσθων, αἰτιᾶσθωσαν

(그들은) 고소해라

부정사 αἰτίᾱσθαι

고소하는 것

분사 남성여성중성
αἰτιωμενος

αἰτιωμενου

αἰτιωμενη

αἰτιωμενης

αἰτιωμενον

αἰτιωμενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ᾐτιῶμην

(나는) 고소하고 있었다

ᾐτίω

(너는) 고소하고 있었다

ᾐτίᾱτο

(그는) 고소하고 있었다

쌍수 ᾐτίᾱσθον

(너희 둘은) 고소하고 있었다

ᾐτιᾶσθην

(그 둘은) 고소하고 있었다

복수 ᾐτιῶμεθα

(우리는) 고소하고 있었다

ᾐτίᾱσθε

(너희는) 고소하고 있었다

ᾐτίωντο

(그들은) 고소하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶθ’ οἱ ἄνθρωποι ἐμὲ τῆσ ὠμότητοσ αἰτιῶνται οὐκέτι λογιζόμενοι παρὰ ποτέρου ἡμῶν ἦν ἡ πρώτη τούτων ἀρχή, συνελόντεσ δὲ τἀν μέσῳ καὶ ἐφ’ οἷσ ἐκολάζοντο τὰσ τιμωρίασ αὐτὰσ ᾐτιῶντο καὶ τὰσ δοκούσασ ἐν αὐταῖσ ὠμότητασ, ὅμοιον ὡσ εἴ τισ παρ’ ὑμῖν ἱερόσυλόν τινα ἰδὼν ἀπὸ τῆσ πέτρασ ῥιπτόμενον ἃ μὲν ἐτόλμησε μὴ λογίζοιτο, ὡσ νύκτωρ ἐσ τὸ ἱερὸν παρῆλθε καὶ κατέσπασε τὰ ἀναθήματα καὶ τοῦ ξοάνου ἥψατο, κατηγοροίη δὲ ὑμῶν πολλὴν τὴν ἀγριότητα, ὅτι Ἕλληνέσ τε καὶ ἱεροὶ εἶναι λέγοντεσ ὑπεμείνατε ἄνθρωπον Ἕλληνα πλησίον τοῦ ἱεροῦ ‐ καὶ γὰρ οὐ πάνυ πόρρω τῆσ πόλεωσ εἶναι λέγεται ἡ πέτρα ‐ κολάσει τοιαύτῃ περιβαλεῖν. (Lucian, Phalaris, book 1 6:4)

    (루키아노스, Phalaris, book 1 6:4)

  • τὸν μὲν γὰρ ἀποικίασ δύο γράψαντα καὶ τοὺσ χαριεστάτουσ τῶν πολιτῶν εἰσάγοντα δημοκοπεῖν ᾐτιῶντο, Λιβίῳ δὲ δώδεκα κατοικίζοντι καὶ τρισχιλίουσ εἰσ ἑκάστην ἀποστέλλοντι τῶν ἀπόρων συνελαμβάνοντο. (Plutarch, Caius Gracchus, chapter 9 2:1)

    (플루타르코스, Caius Gracchus, chapter 9 2:1)

  • ἐπεὶ γὰρ ἐκ Σηστοῦ καὶ Βυζαντίου πολλοὺσ τῶν βαρβάρων αἰχμαλώτουσ λαβόντεσ οἱ σύμμαχοι τῷ Κίμωνι διανεῖμαι προσέταξαν, ὁ δὲ χωρὶσ μὲν αὐτούσ, χωρὶσ δὲ τὸν περὶ τοῖσ σώμασι κόσμον αὐτῶν ἔθηκεν, ᾐτιῶντο τὴν διανομὴν ὡσ ἄνισον. (Plutarch, , chapter 9 2:1)

    (플루타르코스, , chapter 9 2:1)

  • "καθόλου δὲ ᾐτιῶντο τὸν Ἀριστοτέλη διημαρτηκέναι τῶν Λοκρικῶν ἐθῶν οὐδὲ γὰρ κεκτῆσθαι νόμον εἶναι τοῖσ Λοκροῖσ, ὁμοίωσ δὲ οὐδὲ Φωκεῦσιν, οὔτε θεραπαίνασ οὔτε οἰκέτασ πλὴν ἐγγύῃ τῶν χρόνων, ἀλλὰ πρώτῃ τῇ Φιλομήλου γυναικὶ τοῦ καταλαβόντοσ Δελφοὺσ δύο θεραπαίνασ ἀκολουθῆσαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 81 1:41)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 81 1:41)

  • τρέφειν τε καὶ μισθοδοτεῖν ἠναγκάζοντο τοὺσ Μακεδόνασ, θυσίασ δὲ καὶ πομπὰσ καὶ ἀγῶνασ Ἀντιγόνῳ συνετέλουν, ἀρξαμένων τῶν Ἀράτου πολιτῶν καὶ δεξαμένων τῇ πόλει τὸν Ἀντίγονον ὑπ’ Ἀράτου ξενιζόμενον, ᾐτιῶντο πάντων ἐκεῖνον, ἀγνοοῦντεσ ὅτι τὰσ ἡνίασ ἐκείνῳ παραδεδωκὼσ καὶ τῇ ῥύμῃ τῆσ βασιλικῆσ ἐφελκόμενοσ ἐξουσίασ οὐδενὸσ ἦν ἢ μόνησ φωνῆσ ἔτι κύριοσ, ἐπισφαλῆ τὴν παρρησίαν ἐχούσησ. (Plutarch, Aratus, chapter 45 2:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 45 2:1)

유의어

  1. 고소하다

  2. 묻다

  3. to allege as the cause

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION