Ancient Greek-English Dictionary Language

Πρίαμος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: Πρίαμος Πρίαμη Πρίαμον

Structure: Πριαμ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: prob. from pro/.

Sense

  1. Priam, chief, king

Examples

  • οἶμαι δέ σε καὶ τῶν ἐπὶ τῆσ σκηνῆσ πολλάκισ ἑωρακέναι τοὺσ τραγικοὺσ ὑποκριτὰσ τούτουσ πρὸσ τὰσ χρείασ τῶν δραμάτων ἄρτι μὲν Κρέοντασ, ἐνίοτε δὲ Πριάμουσ γιγνομένουσ ἢ Ἀγαμέμνονασ, καὶ ὁ αὐτόσ, εἰ τύχοι, μικρὸν ἔμπροσθεν μάλα σεμνῶσ τὸ τοῦ Κέκροποσ ἢ Ἐρεχθέωσ σχῆμα μιμησάμενοσ μετ’ ὀλίγον οἰκέτησ προῆλθεν ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ κεκελευσμένοσ. (Lucian, Necyomantia, (no name) 16:8)

Related

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION