- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Μοσσύνοικοι?

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: Mossynoikoi 고전 발음: [모쉬노] 신약 발음: [모쉬뉘뀌]

기본형: Μοσσύνοικοι

어원: from μόσσυν

  1. dwellers-in-wooden-houses

예문

  • τῇ δ ἐπὶ Μοσσύνοικοι ὁμούριοι ὑλήεσσαν ἑξείης ἤπειρον, ὑπωρείας τε νέμονται, δουρατέοις πύργοισιν ἐν οἰκία τεκτήναντες [κάλινα καὶ πύργους εὐπηγέας, οὓς καλέουσιν μόσσυνας: (Apollodorus, Argonautica, book 2 6:31)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 2 6:31)

  • Ἱρὸν δ αὖτ ἐπὶ τοῖσιν ὄρος καὶ γαῖαν ἄμειβον, ᾗ ἔνι Μοσσύνοικοι ἀν οὔρεα ναιετάουσιν μόσσυνας, καὶ δ αὐτοὶ ἐπώνυμοι ἔνθεν ἐάσιν. (Apollodorus, Argonautica, book 2 17:7)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 2 17:7)

  • αὐτίκα δ ἐρράγη ὄμβρος ἀθέσφατος, ὑε῀ δὲ πόντον καὶ νῆσον καὶ πᾶσαν ὅσην κατεναντία νήσου χώρην Μοσσύνοικοι ὑπέρβιοι ἀμφενέμοντο. (Apollodorus, Argonautica, book 2 18:25)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 2 18:25)

  • ὦ ἄνδρες Μοσσύνοικοι, ἡμεῖς βουλόμεθα διασωθῆναι πρὸς τὴν Ἑλλάδα πεζῇ: (Xenophon, Anabasis, , chapter 4 6:2)

    (크세노폰, Anabasis, , chapter 4 6:2)

  • οἱ δὲ Ἕλληνες διαρπάζοντες τὰ χωρία ηὑρ´ισκον θησαυροὺς ἐν ταῖς οἰκίαις ἄρτων νενημένων περυσινῶν, ὡς ἔφασαν οἱ Μοσσύνοικοι, τὸν δὲ νέον σῖτον ξὺν τῇ καλάμῃ ἀποκείμενον: (Xenophon, Anabasis, , chapter 4 30:1)

    (크세노폰, Anabasis, , chapter 4 30:1)

유의어

  1. dwellers-in-wooden-houses

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION