- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Κόρα?

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: Kora 고전 발음: [꼬라] 신약 발음: [꼬라]

기본형: Κόρα

형태분석: Κορ (어간) + α (어미)

어원: v. κόρη B.

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔνθ ἀπὸ λαΐδος εὐρυνεφεῖ Κηναίῳ Ζηνὶ θύεν βαρυαχέας ἐννέα ταύρους δύο τ ὀρσιάλῳ δαμασίχθονι μέλ- λε κόρᾳ τ ὀβριμοδερκεῖ ἄζυγα παρθένῳ Ἀθάνᾳ ὑψικέραν βοῦν. (Bacchylides, , dithyrambs, ode 16 <[H(raklh=s]> 2:2)

    (바킬리데스, , dithyrambs, ode 16 <[H(raklh=s]> 2:2)

  • εἰ καί σε κεδνὰ τέκεν λέχει Διὸς ὑπὸ κρόταφον Ἴδας μιγεῖσα Φοίνικος ἐρα- τώνυμος κόρα βροτῶν φέρτατον, ἀλλὰ κἀμὲ Πιτθέος θυγάτηρ ἀφνεοῦ πλαθεῖσα ποντίῳ τέκεν Ποσειδᾶνι, χρύσεον τέ ϝοι δόσαν ἰόπλοκοι κάλυμμα Νηρηΐδες. (Bacchylides, , dithyrambs, ode 17 2:3)

    (바킬리데스, , dithyrambs, ode 17 2:3)

  • ἠε῀ν Ἄργος ὅθ ἵππιον λιποῦσα φεῦγε χρυσέα βοῦς, εῦρυσθενέος φραδαῖσι φερτάτου Διός, Ἰνάχου ῥοδοδάκτυλος κόρα: (Bacchylides, , dithyrambs, ode 19 1:4)

    (바킬리데스, , dithyrambs, ode 19 1:4)

  • "καὶ γὰρ τὰ κόρα μοι ἐπιτεθόλωσθον καὶ σκαρδαμύττω θαμὰ καὶ ἀρτίδακρύς εἰμι καὶ τὰ ὄμματά μοι φαρμακᾷ καὶ δέομαι Ἀσκληπιάδου τινὸς ὀφθαλμοσόφου, ὃς ταράξας καὶ ἐγχέας μοι φάρμακον ἀπερυθριᾶσαί τε ποιήσει τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ μηκέτι τι λημαλέους εἶναι μηδὲ διερὸν βλέπειν. (Lucian, Lexiphanes, (no name) 4:4)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 4:4)

  • στένει δὲ καί τις ἀμφὶ τὸν εὔροον Εὐρώταν Λάκαινα πολυδάκρυτος ἐν δόμοις κόρα, πολιάν τ ἐπὶ κρᾶτα μάτηρ τέκνων θανόντων τίθεται χέρα δρύπτεται παρειάν, δίαιμον ὄνυχα τιθεμένα σπαραγμοῖς. (Euripides, Hecuba, choral, epode2)

    (에우리피데스, Hecuba, choral, epode2)

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION