παραλογίζομαι?
비축약 동사;
이상동사
자동번역
로마알파벳 전사: paralogizomai
고전 발음: [빠랄로기즈도마이]
신약 발음: [빠랄로기조매]
기본형:
παραλογίζομαι
παραλογίσομαι
형태분석:
παρα
(접두사)
+
λογίζ
(어간)
+
ομαι
(인칭어미)
뜻
- 사취하다, 속이다
- to misreckon, miscalculate
- to cheat out, to defraud of
- to mislead by fallacious reasoning, to be so misled
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- Ὅρα τοίνυν μή πώς με παραλογίζῃ, ὦ γενναῖε, καὶ ταῦτα φίλον ὄντα: (Lucian, 76:8)
(루키아노스, 76:8)
- καὶ πόλεις μὲν εἷλε συχνὰς καὶ χρημάτων ἀφθόνων ἐκυρίευσεν, ἐπιδεικνύμενος τοῖς φίλοις ὅτι τὸ μὲν σπεισάμενον ἀδικεῖν τῶν θεῶν ἔστι καταφρονεῖν, ἐν δὲ τῷ παραλογίζεσθαι τοὺς πολεμίους οὐ μόνον τὸ δίκαιον, ἀλλὰ καὶ δόξα πολλὴ καὶ τὸ μεθ ἡδονῆς κερδαίνειν ἔνεστι. (Plutarch, Agesilaus, chapter 9 3:1)
(플루타르코스, Agesilaus, chapter 9 3:1)
- "ἐν οἷς γάρ, φησί, τοὺς ἰάμβους ᾖδον ἰαμβύκας ἐκάλουν ἐν οἷς δὲ παρελογίζοντο τὰ ἐν τοῖς μέτροις κλεψιάμβους. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 38 1:3)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 38 1:3)
- καὶ λαβὼν πόλεις πλείστας καὶ χρημάτων πλῆθος, ἔφη τοῖς φίλοις, ἐπισπεισάμενον μὲν ἀδικεῖν ἀσεβές, τοὺς δὲ πολεμίους παραλογίζεσθαι οὐ μόνον δίκαιον καὶ ἐπίδοξον, ἀλλὰ καὶ ἡδὺ καὶ κερδαλέον. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 11 1:1)
(플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 11 1:1)
- "ἐπισπεισάμενον μὲν ἀδικεῖν ἀσεβές, τοὺς δὲ πολεμίους παραλογίζεσθαι οὐ μόνον δίκαιον καὶ ἐπίδοξον, ἀλλὰ καὶ ἡδὺ καὶ κερδαλέον. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 11 3:1)
(플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 11 3:1)
파생어
- ἀναλογίζομαι (나열하다, 열거하다, 요약하다)
- ἀπολογίζομαι (나열하다, 열거하다, 계산하다)
- διαλογίζω (고려하다, 숙고하다, 논쟁하다)
- ἐκλογίζομαι (계산하다, 헤아리다, 세다)
- ἐπιλογίζομαι (결론짓다, 추론하다, 마무르다)
- καταλογίζομαι (계산하다, 두다, 놓다)
- λογίζομαι (계산하다, 세다, 헤아리다)
- προσλογίζομαι (to reckon or count in addition to, to impute)
- συλλογίζομαι (합계하다, 요약하다)
- ὑπολογίζομαι (to take into account, take account of)