- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζείδωρος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: zeidōros 고전 발음: [도:로] 신약 발음: [지도로]

기본형: ζείδωρος ζείδωρον

형태분석: ζειδωρ (어간) + ος (어미)

어원: δῶρον

  1. 비옥한, 다작인, 기름진
  1. zea-giving, fruitful

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ζείδωρος

비옥한 (이)가

ζείδωρον

비옥한 (것)가

속격 ζειδώρου

비옥한 (이)의

ζειδώρου

비옥한 (것)의

여격 ζειδώρῳ

비옥한 (이)에게

ζειδώρῳ

비옥한 (것)에게

대격 ζείδωρον

비옥한 (이)를

ζείδωρον

비옥한 (것)를

호격 ζείδωρε

비옥한 (이)야

ζείδωρον

비옥한 (것)야

쌍수주/대/호 ζειδώρω

비옥한 (이)들이

ζειδώρω

비옥한 (것)들이

속/여 ζειδώροιν

비옥한 (이)들의

ζειδώροιν

비옥한 (것)들의

복수주격 ζείδωροι

비옥한 (이)들이

ζείδωρα

비옥한 (것)들이

속격 ζειδώρων

비옥한 (이)들의

ζειδώρων

비옥한 (것)들의

여격 ζειδώροις

비옥한 (이)들에게

ζειδώροις

비옥한 (것)들에게

대격 ζειδώρους

비옥한 (이)들을

ζείδωρα

비옥한 (것)들을

호격 ζείδωροι

비옥한 (이)들아

ζείδωρα

비옥한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καρπὸν δ ἔφερε ζείδωρος ἄρουρα αὐτομάτη πολλόν τε καὶ ἄφθονον: (Hesiod, Works and Days, Book WD 16:7)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 16:7)

  • καὶ τοὶ μὲν ναίουσιν ἀκηδέα θυμὸν ἔχοντες ἐν μακάρων νήσοισι παρ Ὠκεανὸν βαθυδίνην, ὄλβιοι ἡρ´ωες, τοῖσιν μελιηδέα καρπὸν τρὶς ἔτεος θάλλοντα φέρει ζείδωρος ἄρουρα. (Hesiod, Works and Days, Book WD 20:4)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 20:4)

  • οὐδ ἐπὶ νηῶν νίσσονται, καρπὸν δὲ φέρει ζείδωρος ἄρουρα. (Hesiod, Works and Days, Book WD 27:17)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 27:17)

  • ἐπεὶ δὲ ἅπαξ τὴν ὄψιν ἐς τὸ ἀτενὲς ἀπηρεισάμην, ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος ἤδη κατεφαίνετο, οὐ κατὰ ἔθνη μόνον καὶ πόλεις, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ σαφῶς οἱ πλέοντες, οἱ πολεμοῦντες, οἱ γεωργοῦντες, οἱ δικαζόμενοι, τὰ γύναια, τὰ θηρία, καὶ πάνθ ἁπλῶς ὁπόσα τρέφει ζείδωρος ἄρουρα. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 12:4)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 12:4)

  • βαλάνου δὲ γευσάμενοι καὶ φαγόντες ἐχόρευσαν ὑφ ἡδονῆς περὶ δρῦν τινα καὶ φηγόν, ζείδωρον καὶ μητέρα καὶ τροφὸν ἀποκαλοῦντες: (Plutarch, De esu carnium I, chapter, section 2 8:3)

    (플루타르코스, De esu carnium I, chapter, section 2 8:3)

  • ἡ πάρος ἐν δρυμοῖσι νόθης ζείδωρος ὀπώρης ἀχράς, θηροβότου πρέμνον ἐρημοσύνης, ὀθνείοις ὄζοισι μετέμφυτος, ἥμερα θάλλω, οὐκ ἐμὸν ἡμετέροις κλωσὶ φέρουσα βάρος. (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 41)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 41)

관련어

명사

형용사

동사

부사

대명사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION