- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χορδή?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: chordē 고전 발음: [데:] 신약 발음: []

기본형: χορδή

형태분석: χορδ (어간) + η (어미)

  1. 창자, 장, 내장
  2. 줄, 끈, 현
  3. 소시지, 선지 소시지
  1. (in the plural) guts, intestines
  2. string made of gut
  3. string, chord
  4. sausage

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χορδή

창자가

χορδά

창자들이

χορδαί

창자들이

속격 χορδῆς

창자의

χορδαῖν

창자들의

χορδῶν

창자들의

여격 χορδῇ

창자에게

χορδαῖν

창자들에게

χορδαῖς

창자들에게

대격 χορδήν

창자를

χορδά

창자들을

χορδάς

창자들을

호격 χορδή

창자야

χορδά

창자들아

χορδαί

창자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τούτοις ἅπασι προεκπλήξας τὸ θέατρον καὶ θαυμαστῆς ἐλπίδος ἐμπλήσας τοὺς θεατάς, ἐπειδή ποτε καὶ ᾆσαι καὶ κιθαρίσαι πάντως ἔδει, ἀνακρούεται μὲν ἀνάρμοστόν τι καὶ ἀσύντακτον, ἀπορρήγνυσι δὲ τρεῖς ἅμα χορδὰς σφοδρότερον τοῦ δέοντος ἐμπεσὼν τῇ κιθάρᾳ, ᾄδειν δὲ ἄρχεται ἀπόμουσόν τι καὶ λεπτόν, ὥστε γέλωτα μὲν παρὰ πάντων γενέσθαι τῶν θεατῶν, τοὺς ἀθλοθέτας δὲ ἀγανακτήσαντας ἐπὶ τῇ τόλμῃ μαστιγώσαντας αὐτὸν ἐκβαλεῖν τοῦ θεάτρου: (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 9:3)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 9:3)

  • λαβόντα δὲ μεθ ἡμέραν μὲν ἐν τῇ πόλει χρῆσθαι οὐκ ἀσφαλὲς οἰέσθαι εἶναι, νύκτωρ δὲ ὑπὸ κόλπου ἔχοντα μόνον προελθεῖν εἰς τὸ προάστειον καὶ προχειρισάμενον κρούειν καὶ συνταράττειν τὰς χορδὰς ἄτεχνον καὶ ἄμουσον νεανίσκον, ἐλπίζοντα μέλη τινὰ θεσπέσια ὑπηχήσειν τὴν λύραν ὑφ ὧν πάντας καταθέλξειν καὶ κηλήσειν, καὶ ὅλως μακάριον ἔσεσθαι κληρονομήσαντα τῆς Ὀρφέως μουσικῆς: (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 12:1)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 12:1)

  • πήχεις γὰρ ἐναρμόσας καὶ ζυγώσας, ἔπειτα κολλάβους ἐμπήξας καὶ μαγάδα ὑποθεὶς καὶ ἐντεινάμενος ἑπτὰ χορδὰς ἐμελῴδει πάνυ γλαφυρόν, ὦ Ἥφαιστε, καὶ ἐναρμόνιον, ὡς κἀμὲ αὐτῷ φθονεῖν πάλαι κιθαρίζειν ἀσκοῦντα. (Lucian, Dialogi deorum, 8:3)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 8:3)

  • νοσημάτων τὰ μετ ἀναισθησίας χείρονα, λήθαργοι κεφαλαλγίαι ἐπιληψίαι ἀποπληξίαι αὐτοί τε πυρετοὶ οἳ συντείναντες εἰς παρακοπὴν τὸ φλεγμαῖνον καὶ τὴν αἴσθησιν ὥσπερ ἐν ὀργάνῳ διαταράξαντες κινοῦσι χορδὰς τὰς ἀκινήτους φρενῶν. (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 2 4:1)

    (플루타르코스, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 2 4:1)

  • ὥσπερ ἐν ὀργάνῳ διαταράξαντες κινοῦσι χορδὰς τὰς ἀκινήτους φρενῶν. (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 2 11:1)

    (플루타르코스, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 2 11:1)

유의어

  1. 창자

  2. 소시지

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION