Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑπήκους

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ὑπήκους ὑπήκουν

Structure: ὑπηκο (Stem) + ος (Ending)

Etym.: a)koh/

Sense

  1. giving ear, listening to
  2. obedient, subject to
  3. liable to furnish
  4. subjects

Examples

  • ἅπαντα τῷ πλουτεῖν γάρ ἐσθ’ ὑπήκοα. (Aristophanes, Plutus, Prologue 3:42)
  • ἀλλ’ ἑνὸσ ὑπήκοα λόγου τὰ ἐπὶ γῆσ καὶ μιᾶσ πολιτείασ, ἕνα δῆμον ἀνθρώπουσ ἅπαντασ ἀποφῆναι βουλόμενοσ, οὕτωσ ἑαυτὸν ἐσχημάτιζεν· (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 1, section 8 4:1)
  • τὰ μὲν οὖν πλεῖστα τῶν ἐν ποσὶν ἐθνῶν ἐτύγχανεν ὁ Βροῦτοσ ὑπήκοα πεποιημένοσ. (Plutarch, Brutus, chapter 38 1:1)
  • τὰ σφοδρὰ καὶ περιμανῆ καὶ οἰστρώδη κινήματα τῶν ἐπιθυμιῶν τοῦ λόγου κατασβέσαντοσ, ὧν δ’ ἡ φύσισ ἀναγκαίωσ δεῖται, ταῦθ’ ὁμοπαθῆ καὶ ὑπήκοα καὶ φίλα καὶ συνεργὰ πεποιημένου ταῖσ πρακτικαῖσ προαιρέσεσιν· (Plutarch, De virtute morali, section 7 1:2)
  • τὴν γὰρ Ἀσίαν, ὅσην ὁ Νικάτωρ Σέλευκοσ εἶχεν, ὀλίγου δεῖν ἅπασαν ἐξ ὑπαρχῆσ ἀνειληφώσ, ἔθνη τε πάμπολλα καὶ μάχιμα βαρβάρων ὑπήκοα πεποιημένοσ, ἐπῆρτο συμπεσεῖν Ῥωμαίοισ ὡσ μόνοισ ἔτι πρὸσ αὐτὸν ἀξιομάχοισ οὖσιν. (Plutarch, Marcus Cato, chapter 12 1:2)

Synonyms

  1. giving ear

  2. obedient

  3. liable to furnish

  4. subjects

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION