헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνθήκη

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συνθήκη συνθήκης

형태분석: συνθηκ (어간) + η (어미)

어원: sunti/qhmi

  1. 대회, 동의, 약속, 습관
  1. a compounding, especially of words and sentences
  2. convention, compact, article of a compact or treaty

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπεὶ συνετηρήσατε τὰσ πρὸσ ἡμᾶσ συνθήκασ καὶ ἐνεμείνατε τῇ φιλίᾳ ἡμῶν καὶ οὐ προσεχωρήσατε τοῖσ ἐχθροῖσ ἡμῶν, ἠκούσαμεν καὶ ἐχάρημεν. (Septuagint, Liber Maccabees I 10:26)

    (70인역 성경, Liber Maccabees I 10:26)

  • Ὁ δὲ Ἄλκιμοσ συνιδὼν τὴν πρὸσ ἀλλήλουσ εὔνοιαν καὶ τὰσ γενομένασ συνθήκασ, ἀναλαβὼν ἧκε πρὸσ τὸν Δημήτριον καὶ ἔλεγε τὸν Νικάνορα ἀλλότρια φρονεῖν τῶν πραγμάτων. τὸν γὰρ ἐπίβουλον τῆσ βασιλείασ Ἰούδαν διάδοχον ἀναδέδειχεν ἑαυτοῦ. (Septuagint, Liber Maccabees II 14:26)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 14:26)

  • μετὰ πόσησ ἀκριβείασ ἔκρινασ τοὺσ υἱούσ σου, ὧν τοῖσ πατράσιν ὅρκουσ καὶ συνθήκασ ἔδωκασ ἀγαθῶν ὑποσχέσεων̣ (Septuagint, Liber Sapientiae 12:21)

    (70인역 성경, 지혜서 12:21)

  • ὅτι εἴπατε. ἐποιήσαμεν διαθήκην μετὰ τοῦ ᾅδου καὶ μετὰ τοῦ θανάτου συνθήκασ, καταιγὶσ φερομένη ἐὰν παρέλθῃ οὐ μὴ ἔλθῃ ἐφ̓ ἡμᾶσ. ἐθήκαμεν ψεῦδοσ τὴν ἐλπίδα ἡμῶν καὶ τῷ ψεύδει σκεπασθησόμεθα. (Septuagint, Liber Isaiae 28:15)

    (70인역 성경, 이사야서 28:15)

  • ΟΥΑΙ τέκνα ἀποστάται, τάδε λέγει Κύριοσ. ἐποιήσατε βουλήν οὐ δἰ ἐμοῦ καὶ συνθήκασ οὐ διὰ τοῦ πνεύματόσ μου προσθεῖναι ἁμαρτίασ ἐφ̓ ἁμαρτίασ, (Septuagint, Liber Isaiae 30:1)

    (70인역 성경, 이사야서 30:1)

유의어

  1. a compounding

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION